Έλλη Αλεξίου: Ο Καζαντζάκης που γνώρισα …

Τη συνέντευξη αυτή μου είχε παραχωρήσει η Έλλη Αλεξίου με την ευκαιρία μιας διάλεξης για τον Καζαντζάκη στο Ρέθυμνο το 1977 ,με την ευγενική μεσολάβηση   του καθηγητή και συγγραφέα Αντώνη Σανουδάκη (Σανούδου)

-Πως θα χαρακτηρίζατε τον Καζαντζάκη που γνωρίσατε;

 

Ο Καζαντζάκης είναι τόσο πληθωρικός, είναι μία προσωπικότητα τόσο γεμάτη, πλούσια σε εκδηλώσεις που βρίσκομαι πάντα σε αμηχανία τι να διαλέξω να πω και τι θα αρέσει στο ακροατήριό μου. Δε ξέρω. Να πιάσω τη ζωή του, να πιάσω το έργο του, να πιάσω τον άνθρωπο; Να πιάσω τη φιλοσοφία του; Να πιάσω τα ταξίδια του; Σε όλες του τις εκδηλώσεις ο Καζαντζάκης είναι τόσο πληθωρικός που ένα θέμα από αυτό το σύνολο να θέλουμε να ξεχωρίσουμε και να ασχοληθούμε με αυτό πάλι θα πρέπει να διαθέσουμε ώρες για να μπορούμε να πούμε οτι το εξαντλήσαμε. Γι’ αυτό πάντα όταν τελειώνω την ομιλία μου για τον Καζαντζάκη, αδιάφορο πόσες πολλές φορές έχω μιλήσει γι’ αυτόν, αδιάφορο πως έχω γράψει την βιογραφία του και έχω ασχοληθεί δύο χρόνια για να συγκεντρώσω τα στοιχεία, αδιάφορο πως τον ξέρω απ’ όταν ήμουν πέντε χρονών παιδί. Γιατί όταν ήμουνα πέντε χρονών παιδί η αδερφή μου η Γαλάτεια τον ερωτευότανε. Γιατί είχαμε διαφορά ηλικίας δεκατέσσερά μισή χρόνια. Και επομένως το μικρό παιδί μπορεί να παρακολουθήσει το φίλο της αδερφής του πολύ καλά. Τα δε μικρά παιδιά μη νομίζετε ότι δεν είναι πονηρά. Όλα τα καταλαβαίνουνε και όλα τα συγκρατούνε. Και ξέρω πολλά πράγματα για το Νίκο από κουβέντες του με τη Γαλάτεια. Που η Γαλάτεια ούτε θα φανταζότανε ότι εγώ τα είχα προσέξει, όταν συνέβαιναν.

  • Όταν μιλάτε για τον Καζαντζάκη σε ποια κεφάλαια της ζωής του εστιάζετε;

– Βρίσκομαι πάντα σε αμηχανία εκλογής και το χειρότερο, όταν τελειώνει η ομιλία βρίσκομαι γεμάτη τύψεις και ότι δεν είπα το σπουδαιότερο, το κυριαρχικότερο. Ότι άφηκα το Νίκο φτωχό και μη πιστό εις την εικόνα που έδωσα. Γι’ αυτό από την άλλη πλευρά πρέπει να σας πω ότι αντιπαθώ εντελώς τις αναλύσεις των βιβλίων των συγγραφέων. Όταν είναι να μιλήσω για έναν συγγραφέα δε νομίζω απαραίτητα να πιάσω να μιλάω για τα βιβλία του. Τα ξέρω, τα διάβασα. Όλα εντάξει. Αλλά δε θα μπορέσω εγώ να τα δώσω κατά τρόπο οριστικό και καθοριστικό. Ο κάθε αναγνώστης βλέπει ένα έργο ανάλογα με τη κρίση του. Λοιπόν, δεν είναι ωραίο να παίρνω εγώ τον Καπετάν Μιχάλη και να τον αναλύω κατά βούληση. Είναι προτιμότερο ο κάθε αναγνώστης να πάρει τον Καπετάν Μιχάλη, να τον διαβάσει και να βγάλει το δικό του συμπέρασμα. Αυτό δεν μας εμποδίζει πάντοτε να μιλά με για τον Νίκο και πάντοτε όταν τελειώνουμε να λέμε δεν τα είπαμε όλα όσα έπρεπε. Εγώ θα πω καταρχήν το θέμα της ζωής του γιατί είναι ένα θέμα που οι άλλοι που δεν τον έζησαν από κοντά, δε θα το ξέρουνε. Εγώ που το έζησα από κοντά το ξέρω από τη πρώτη μέρα της επαφής μου μαζί του.

-Μιλήστε μας για τον Κρητικό Καζαντζάκη  πριν αυτός γίνει μεγάλος

– Ο Καζαντζάκης γεννήθηκε βέβαια στο Ηράκλειο σε μια… όταν γεννήθηκε η οδός ήταν πολύ ξεπεσμένη οδός. Η καημένη οδός είχε το ταπεινό τίτλο Σελήνη. Μικρή, ασήμαντη. Μικρό και όχι εντυπωσιακό και το πατρικό του σπίτι. Βέβαια, όταν πάμε σήμερο στην οδό Σελήνου, διαβάζουμε την πινακίδα που λέει οδός Νίκου Καζαντζάκη. Και όταν προχωρήσουμε και μπούμε μέσα στην οδό Σελήνου και σηκώσουμε λίγο το βλέμμα θα δούμε να γράφει Εδώ γεννήθηκε, μεγάλωσε και έζησε ο Νίκος Καζαντζάκη. Από μιαν ασήμαντη οδό του Ηρακλείου. Από το δημοτικό όμως γιατί αυτό είναι το καταπληκτικό με τον Νίκο Καζαντζάκη είχε γίνει πολύ εντύπωση για το πνεύματος του παιδιού. Περνούσε την μία τάξη κατόπιν της άλλης μέσα στο θαυμασμό των δασκάλων του. Έμπαινε στο γυμνάσιο, το ίδιο. Και νομίζω οτι δεν είχε σημασία τόση ο ίδιος ο θαυμασμός που έτρεφαν οι δασκάλοι του για τον Νίκο αλλά εκείνο που εντυπωσιάζει κανέναν είναι οτι ο Νίκος σα να ήξερε την αξία του. Σα να ήξερε από παιδί οτι ο προορισμός του είναι μέγας. Γιατί είναι αξιοσημείωτο ότι στα τετράδια του και στα βιβλία του κάτι γνωμικά, κάτι φράσεις που είναι εντελώς ασύνηθες να τις γράφει ένα παιδί του δημοτικού. Παραδείγματος χάριν να σας πω δυο-τρεις από αυτές τις φράσεις. Έγραφε “Αιέν ἀριστεύειν’’. Πάντα να παίρνω άριστα. Ή έγραφε αλλού “Ή Καίσαρ ή τίποτε”. Και αυτό εντυπωσιακό για ένα παιδί. Δηλαδή, ένα παιδί δέκα χρονών να βάλει πρόγραμμα στη ζωή του να γίνει ένας Καίσαρ ή να μη γίνει τίποτε. Είναι καταπληκτικό. Αλλά και ένα άλλο γνωμικό είναι πολύ ωραίο που δείχνει την αιώνια προσπάθεια του Νίκου προς άνοδο. Έγραφε “Όνειρα αετού, φτερά πεταλούδας’’. Δηλαδή, καταλάβαινε οτι οι στόχοι που είχε βάλει στη ζωή του ήταν τεράστιοι και ήταν τεράστιοι. Καταλάβαινε οτι ήταν ένα αδύνατο όν σχετικά με τους στόχους. Όχι ότι ήταν αδύναμος αυτός καθεαυτόν. Ήτανε σπουδαίος και τρανός με περιεχόμενο. Και με όνειρα. Αλλά αντιλαμβανότανε οτι αυτά τα όνειρα του αυτά ήτανε τεράστια σε σχέση με τις δυνάμεις του τις ανθρώπινες. Εγώ ακριβώς σε ένα κεφάλαιο του βιβλίου μου λέω για τον Νίκο έχω βάλει τίτλο το γαλλικό τίτλο Predestiné που θα πεί “Είσαι γραμμένος να γίνεις ότι είσαι να γίνεις από τη μοίρα”. Δηλαδή, η πορεία σου στη ζωή είναι προκαθορισμένη.

-Όλα  έδειχναν λοιπόν ότι θα γινόταν μεγάλος;

 

– Στο Καζαντζάκη μπορούμε να πούμε οτι η μοίρα του για τη ζωή ήταν έτσι προκαθορισμένη. Γιατί αν δεν ήταν να γίνει τόσο σπουδαίος, δε θα είχε ξεκινήσει με αυτά τα προγράμματα, με αυτούς τους στόχους.  Όταν τελείωσε το γυμνάσιο εχάλασε ο κόσμος. Και ο γυμνασιάρχης και ο σύλλογος των καθηγητών όρισαν οτι τον αποχαιρετιστήριο λόγο θα τον εκφωνήσει ο Καζαντζάκης. Έκανα μεγάλες προσπάθειες να τον έβρισκα αυτόν τον λόγο, αν ήταν δυνατόν. Δε μπορούσα να τον βρώ πουθενά. Δεν υπήρχε ούτε στις τοτινές εφημερίδες τις παλιές του Ηρακλείου. Και ωστόσο κατά μία τυχαία σύμπτωση, βγήκε στο φώς. Γυμνασιάρχης ήτανε ένας ονόματι Περδικάρης. Ο Περδικάρης είχε ένα γιό Μιχάλη. Όταν πέθανε ο Περδικάρης ο μπαμπάς, το αρχείο του – όχι πια του γυμνασίου αλλά και ιδιωτικού σχολειού που είχανε ανοίξει η οικογένεια Περδικάρη με το τίτλο Κοραής, μέσα στα αρχεία του σχολείου ο γιός του ο Μιχάλης εβρήκε πλήθος ντοκουμέντα, ποικίλα, τα πήρε σπίτι του και όταν πέθανε πλέον ο Μιχάλης έγινε έρευνα εις στο αρχείο αυτό και μέσα εις τα κατάλοιπα του αρχείου εβγήκε στο φώς και ο λόγος του Καζαντζάκη ο αποχαιρετιστήριος από το γυμνάσιο. Εγώ το εννόησα αυτό ένα καταπληκτικό επίτευγμα γιατί δε μπορείτε να καταλάβαινε πως αυτός ο λόγος είναι αποκαλυπτικός για το μυαλό του Νίκου που ήταν τότε δεκαεπτά χρονών παιδί. Γιατί ένα χρόνο νωρίτερα τελειώναμε εμείς στη Κρήτη πρώτης ενώσεως το γυμνάσιο. Ήταν τετρατάξιο το δημοτικό, τριτάξιο σχολαρχείο και τετρατάξιο γυμνάσιο. Λοιπόν, δεκαεφτά χρονών παιδί να γράφει με αυτή τη σκέψη, με αυτό το περιεχόμενο, να φέρει τέτοιες παρομοιώσεις… κάνει παρομοιώσεις με το Ευαγγέλιο αλλά καταπληκτικές παρομοιώσεις. Ότι “Από το μυαλό το δικό μας, όπως μας έφτιαξες…” λέει στο λόγο του στο γυμνασιάρχη αποτιμώμενος “φαινόμαστε από το μυαλό μας και το περιεχόμενό μας το διανοητικό θα φανούμε εάν είμεθα δικοί σου μαθηταί”. Αλλά ένα παιδί που σε αυτήν την ηλικία μπορεί να παίρνει στοιχεία από το Ευαγγέλιο και να τα τοποθετεί τόσο ωραία σε ένα μαθητικό λόγο είναι ήδη αυτό ένα φαινόμενο. Όταν τελείωσε το Γυμνάσιο και εν γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο ακολούθησε με την ίδια επιτυχία σπουδές Νομικές. Στις εξετάσεις του τις φοιτητικές έχουμε πάλι την ίδια έκπληξη εις στους καθηγητές. Ο καθηγητής του που πρόκειται να τον εξετάσει όχι που πρόκειται, που τον εξέτασε τελευταίος- του λέει μετά τις εξετάσεις “Παιδί μου, δεν είσαι φοιτητής. Είσαι νομομαθής”. Και βέβαια επήρε άριστα και το άριστα αυτό το διαπιστώθηκε σε εφημερίδες του Ηρακλείου που σώζονται, που γράφουν “Χθες ενώπιον αυτών… έδωσε τις νενομισμένας εξετάσεις κτλ… συμπατριώτης μας Νικόλαος Καζαντζάκης απέσπασε τα συγχαρητήρια και τον βαθμό άριστα”. Ενώ σπουδάζει, γιατί βέβαια ο Καζαντζάκης δεν είναι μορφή η οποία έκλεισε το δρόμο των μελετών του με το δίπλωμα της Νομικής. Ο Καζαντζάκης είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος εμελετούσε και εσπούδαζε σε όλη του την ζωή.

– Αναφέρονται πολλοί στην εργατικότητα του Καζαντζάκη

-Δεν είδα άνθρωπο τόσο εργατικό τόσο… το μυαλό του δεν ήτανε πνεύμα ανθρώπου, ήταν μία αποθήκη αποταμίευσης γνώσεων. Οι γνώσεις του, τότε που το παρακολουθούσα ιδιαίτερα τα καλοκαίρια που δεν έκανα και γω σχολειό, πήγαινα Γυμνάσιο και γω ελεύθερη να παρακολουθώ τους μεγαλύτερους αδερφούς μου πως ζούσαν και πως αποταμίευαν, έκανα σύγκριση, παρ’ όλο που όλη η παρέα εμελετούσε, η σύγκριση με τον Καζαντζάκη ήτανε τρομερά καταπληκτική. Και στο σημείο  αυτό δε με αφήνει ο πειρασμός να σας διηγηθώ ένα επεισόδιο. Ένα από τα ωραία επεισόδια που μπορεί να κρατήσει καθένας στη ζωή του. Όλη η παρέα, όλοι μετέπειτα ένδοξοι άνθρωποι των γραμμάτων, ο Μάρκος Αυγέρης, ο Κώστας Βάρναλης, η αδερφή μου η Γαλάτεια, ο Λευτέρης ο Αλεξίου, εγώ ποτέ δεν έκανα τίποτα και μετέπειτα δηλαδή τέλος παντων είχα το ταπεράκι  και καθόμουνα στη πόρτα μπροστά που είχε φως γιατί στο Κράσι της Κρήτης που είναι εκείνο το χωριό από το οποίο κατάγομαι, δεν είχαν τζάμια. Τα χωριά είχαν ξύλινα παραθυρόφυλλα. Ή τα είχες ανοιχτά, οπότε έμπαινε λιγουλάκι φως από τα παράθυρα ή τα έκλεινες, οπότε ήσουνα στο σκοτάδι. Και καθόμουνα εγώ λοιπόν στη πόρτα κ’ έπλεκα και αυτοί ο ένας εδώ ο άλλος εκεί καθισμένοι έγραφαν, μετέφραζαν, συζητούσαν και έγραφαν ποιήματα και τα υπέβαλαν ο ένας εις την κρίση του άλλου. Έκαναν μεταφράσεις και διάβαζαν το κείμενο της μετάφρασης πάλι ο ένας προς τον άλλον. Ήτανε ένα σεμινάριο, μία κυψέλη εργασίας. Δε μπορώ να σας το χαρακτηρίσω. Και δε ξέρω πως συνέβη και ποιος από την παρέα οικονόμησε μία φορά μία τράπουλα χαρτιά και ένα πρωί αρχίσανε να παίζουνε χαρτιά.

 

 

 

– Ακολουθούσε και ο Καζαντζάκης;

-Όλοι πλην  του Καζαντζάκη. Ο Καζαντζάκης δεν μελετούσε ούτε να γράφει αυτός εις το κάτω πάτωμα που ήταν από χώμα κάτω, τα ξέρετε. Τώρα τα απλοϊκά χωριάτικα σπίτια είχε ένα από πάνω που το λέγαμε εμείς ονταδάκι και εις το ονταδάκι καθόταν όλη μέρα ο Καζαντζάκης μελετώντας και γράφοντας. Εξάλλου αυτός σε όλη του τη ζωή σηκωνότανε πολύ πρωί. Οι άλλοι ακόμα εκοιμόντουσαν κάτω. Η Γαλάτεια με τον Νίκο κοιμόντουσαν στο ονταδάκι. Αλλά ο Νίκος από τις 6:00 π.μ, τα’ χε κανονίσει έτσι σε όλη του τη ζωή, είχε ένα τραπεζάκι, ένα καμινέτο, έβαζε στο καμινέτο ένα τσάι, το έφτιαχνε μόνος του εκεί δίπλα στο κρεβάτι και έτρωγε παξιμάδι με ελιές. Με το τσάι. Γιατί έτσι και αλλιώς εκείνο το καιρό τα οικονομικά τους ήταν τόσο στενόχωρα που δε μπορούσανε να ποικίλλουνε το πρόγευμα με τίποτα περισσότερο από τις ελιές και το παξιμάδι δεν υπήρχε. Και στρωνότανε αμέσως ο Καζαντζάκης εις την δουλειά. Ένα πρωί κατεβαίνει από το ονταδάκι και τους βλέπει να παίζουνε χαρτιά. Ήταν τέσσερις και παίζανε πόκερ. Η Γαλάτεια, ο Αυγέρης, ο αδερφός μου και ο Βάρναλης. Τέσσερεις. Ήρθανε το μεσημέρι, φάγανε, δεν είχαν όρεξη να κοιμηθούνε. Παρά μόνο ξαναπιάσανε πάλι τα χαρτιά. Ο Νίκος απάνω. Κατέβαιναν κατά τις 18:00 μ.μ που σταματούσε η εργασία τους και όλοι μαζί κατεβαίνανε περίπατο στ’ αλώνια. Και εκεί ακόμα ήταν περίεργη η ζωή. Όλη μέρα δουλεύανε όλοι σα τα θηρία και στο αλώνι παίζανε όλοι σαν τα παιδιά. Θυμούμαι να παίζουμε το λύκο με το αρνί. Θυμούμαι να παίζουμε το περνά περνά η μέλισσα αλλά και εκεί ο Καζαντζάκης είχε κάνει περίεργους νεοτερισμούς. Συνήθως όταν ήμασταν εμείς παιδιά λέγαμε “Τι θέλεις; Ήλιο για φεγγάρι; Τι θέλεις; Καλοκαίρι ή χειμώνα; Τι θέλεις βουνό ή θάλασσα”; Τέτοια. Ο Καζαντζάκης δεν μας έλεγε τέτοια. Μας έλεγε “ Τι θέλεις; Γκαίτε ή Χίλερ; Τι θέλεις; Μπετόβεν ή Μότσαρτ; Τι θέλεις; Δροσίνη για Παλαμά”; Πάντοτε σε όλες τις εκδηλώσεις εξεχώριζε η ποιότητα του μυαλού του. Ήτανε μερικά σκαλιά παραπάνω από μας. Παραπάνω απ’ όλους δηλαδή. Λοιπόν, παίζουνε μία μέρα χαρτιά, σηκώνονται την άλλη μέρα παίζουν πρωί- απόγευμα χαρτιά, φτάνει η τρίτη μέρα, παίζουνε πρωί-απόγευμα πόκερ. Και κάθομαι λοιπόν εγώ στη πόρτα έξω και πλέκω και βλέπω μια στιγμή το Νίκο και κατεβαίνει σα σίφουνας από το ανώγειο και  στέκεται από πάνω τους και πραγματικά, το θυμάμαι διότι διατηρώ ακόμα τη τρομάρα μου γιατί φοβήθηκα οτι θα γίνει σκοτωμός, από πάνω και μάζευε από πάνω και από τα χέρια τους τα χαρτιά. Και αφού τα μάζεψε από πάνω και από τα χέρια τους άρχισε να τα σκίζει με πραγματική λύσσα. “Δε ντρέπεστε” τους λέει “άνθρωποι με τόσες ικανότητες. Έκανα υπομονή μία μέρα, δύο μέρες, τρεις μέρες. Έληξε. Εδώ μέσα δε θέλω να δω αυτήν την εικόνα. Δε μπορείτε να γράψετε ποίηση; Δε μπορείτε να μεταφράσετε; Τι σας εμποδίζει και δεν ασχολείστε με κάτι ανώτερο; Επιτέλους αν δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα άλλο γράφετε έστω επιγράμματα. Έστω σατυρικά επιγράμματα”. Το τι έγινε, δε μπορώ να σας το περιγράψω. Ο Αυγέρης και ο Βάρναλης ήτανε δα φιλοξενούμενοι δεν έδειξαν τίποτα, χλώμιασαν αλλά δεν έδειξαν τίποτα. Αλλά ο αδερφός μου θυμούμαι, ο οποίος ήταν πάρα πολύ πιο ευέξαπτος ο δε Καζαντζάκης τους έσκισε τα χαρτιά και τους πέταξε τα φασόλια που είχανε πάνω στο τραπέζι, πήγε στην άκρη, επήρε το μπαστούνι του και άρχισε να ανεβαίνει το βουνό. Σελένα λέγεται αυτό το βουνό. Και τον έβλεπα εγώ από’ κει που καθόμουν και έπλεκα και ανέβαινε σαν ελάφι με μιάν ταχύτητα καταπληκτική. Ο Λευτέρης λοιπόν “Ρε το τρελό, ρε το παράφρονα, ρε το κτήνος με τι δικαίωμα να μας έσκισε τα χαρτιά; Τι είναι αυτό; Τι είναι αυτό; Ρε ακούς το τρελό; Ακούς το παράφρονα”; Οι άλλοι τίποτα -μόνο ο Λευτέρης. Η Γαλάτεια μου λέει “Δε σηκώνεσαι λιγάκι να μας εκάμεις ένα καφεδάκι”; Σηκώνομαι εγώ, αφήνω τη δαντέλα, πιάνω να τους κάνω το καφεδάκι και προς τιμήν του Λευτέρη που ήταν ο μόνος που τον είχε πει τρελό, κτήνος… μόλις καθίσανε και ηρεμήσανε λίγο τα πνεύματα και αρχίσανε να πίνουν το καφέ λέει ο Λευτέρης “ Σα να’ χει δίκιο ο Νίκος. Δε καθίζουμε πράγματι να γράψουμε μερικά επιγράμματα;”. Καθίσανε λοιπόν και στρώθηκανε στα επιγράμματα και ώσπου να γυρίσει σκοτεινιασμένα, το βραδάκι ο Νίκος, είχανε γράψει μία αρκετά αριθμό καταπληκτικών  επιγραμμάτων που έχουνε μείνει στην ιστορία πλέον της τέχνης και της ποίησης και των ετών που πέρασαν μία σειρά επιγραμμάτων καταπληκτικά ενδιαφερόντων, καταπληκτικά χαριτωμένων που σατιρίζοντας βέβαια με αλήθεια. Σατιρίζουν αληθινές αδυναμίες των συγγραφέων και των συγχρόνων τους αλλά και των ίδιων. Ο ένας σατίριζε τον άλλον. Και όταν γύρισε ο Νίκος λένε “έλα Νίκο να σου διαβάσουμε τα επιγράμματα που εκάμαμε”. Και αυτό τι δείχνει. Αφενός δείχνει την ωραία εκδήλωση, την εποικοδομητική του Νίκου αλλά και των άλλων το πολιτισμό. Εκάθησε και ο Νίκος σα να μην έχει συμβεί τίποτα και συνέχισαν τη επιγραμματοποιοία γελώντας παίζοντας. Υπάρχουν μέχρι σήμερα αυτά τα επιγράμματα που έχουν επανειλημμένων δημοσιευτεί και τα έχουμε και τα έχω και γω στο βιβλίο για τον Καζαντζάκη γιατί δείχνουνε μια εποχή και μία πολιτισμένη εκδήλωση πολιτισμένων ανθρώπων.

-Ο Καζαντζάκης  εκείνο το καιρό τι είχε γράψει από έργα.

-Ο Καζαντζάκης άρχισε να γράφει, όπως νομίζω όλοι οι νέοι συγγραφείς, με εντυπώσεις προσωπικές. Νέος δεκαοχτώ χρονών, είκοσι χρονών ποιες θα ήταν οι εντυπώσεις του. Ο έρωτας. Το πρώτο του βιβλίο Όφις και Κρίνο είναι εμπνευσμένος από τον έρωτα του Νίκου στην αδερφή μου. Και η Γαλάτεια τον ίδιο καιρό γράφει ένα βιβλίο εμπνευσμένο από τον έρωτά της στον Καζαντζάκη. Το έργο της Γαλάτειας ονομάζεται Ρίντι Παλιάτσο και έχει δημοσιευτεί σε συνέχειες. Το 1909 στο (8.20_)τμήμα που εξέδιδε ο Τανγκόπουλος αυτός τότε, ο μεγάλος μαχητής της δημοτικής γλώσσας. Μετά το Όφις και Κρίνο έδωσε ο Νίκος σειρά έργων. Θυσία, Σπασμένες Ψυχές. Το έργο που είναι εμπνευσμένος από της Άρτας το γιοφύρι, το οποίο μάλιστα και το είχε μελοποιήσει ο Καλομοίρης και βραβεύτηκε . Μία σειρά έργων αξιόλογων αλλά όμως όλα αυτά τα έργα ο Καζαντζάκης ποτέ δεν τα περιέλαβε εις τη βιβλιογραφία του. Οι μελετηταί του βέβαια αργότερα, θέλοντας να δώσουνε ολοκληρωμένη την συγγραφική του δημιουργία, τα περιλαμβάνουν. Ο Νίκος όμως τα θεωρούσε κατώτερα γιατί γρήγορα κατάλαβε οτι οι στόχοι του δεν ήταν όμοιοι ούτε καν του Παλαμά. Από πεζογραφία δε δεν είχε ζηλέψει ποτέ το Ξενόπουλο, το σπουδαίο Ξενόπουλο, το σπουδαίο Θεοτόκη, το σπουδαίο Καρκαβίτσα. Δε τους είχε ζηλέψει. Γιατί προσδοκούσε να γίνει από μεν πλευράς θεατρικής να γίνει ένας Σαίξπηρ και από πλευράς ποιητικής να γίνει ένας Όμηρος. Γι’ αυτό άφησε στην αφάνεια αυτά τα πρώτα έργα τα οποία είναι έργα εντελώς υποκειμενικά και άρχισε αυτήν την παραγωγή που αναφέρεται στη δεύτερη φάση τη συγγραφική του Καζαντζάκη που αρχίζει από μία σειρά τραγωδιών κατά απομίμηση του Σαίξπηρ. Διότι ο Καζαντζάκης εσκεπτότανε πάντα ποιοι είναι οι μεγάλοι της ανθρωπότητος; Ο Σαίξπηρ. Πως πέτυχε; Με τραγωδίες. Με τι είδους τραγωδίες; Ιστορικές. Με πρόσωπα που έπαιρνε από την Ιστορία. Έλεγε ο Καζαντζάκης “Και εγώ θα τον μιμηθώ όχι για να τον φτάσω αλλά για να τον ξεπεράσω”. Ο Καζαντζάκης δεν ήθελε ποτέ να γίνει οπαδός. Ούτε στη συγγραφική, ούτε εις στην ζωή, ούτε εις στην πολιτική. Ο Καζαντζάκης δεν τον άκουσα ποτέ να πεί είμαι Βενιζελικός, είμαι Καραμανλικός, είμαι σοσιαλιστής, είμαι κομμουνιστής. Τίποτα. Διότι ήθελε να είναι Καζαντζακικός. Δε το καταδεχότανε να γίνει ουρά. Και διότι μέσα του εδούλευε ένα μυαλό που  λεει αυτά είναι πρόσωπα, δεν είναι ιδέες. Γιατί θα είμαι Βενιζελικός; Ο Βενιζέλος είναι ένα άτομο. Τι θα πεί είμαι Βενιζελικός; Ο Κωνσταντίνος είναι ένα άτομο. Τι θα πεί είμαι Κωνσταντινικός. Να ακολουθήσω μία γραμμή, ένα κόμμα ιδεών και μάλιστα υψηλών ιδεών αλλά ένα κόμμα προσωπολατρείας κατά ποίον τρόπο θα ανεβάσει τον λαό μας. Πρέπει οι υψηλές ιδέες να μας ανεβάσουν και όχι οι προσωπικοί φανατισμοί. Δεν είπε ποτέ λέξη κομματική που να λήγει σε -ικός. Ούτε βέβαια κομμουνιστής, ούτε βέβαια σοσιαλιστής. Τίποτα. Ήξερε όμως οτι ένας μεγάλος συγγραφέας πρέπει να έχει και τη κοσμοθεωρία του. Δε γίνεσαι μεγάλος συγγραφέας όταν βαδίζεις εις τα σκοτάδια και δε ξέρεις το έργο σου τι κηρύττει και αν αυτό που κηρύττει είναι το ορθό. Γι’ αυτό από πλευράς πλέον ιδεολογικής, φιλοσοφικής αν θέλετε και η πορεία του Καζαντζάκη η φιλοσοφική έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Διότι και σε εκείνη τη πλευρά έμεινε ανικανοποίητος. Ανικανοποίητος όταν διάβασε και μετά. Και θα τον δούμε να μελετάει τον έναν κατόπιν του άλλου, όλες τις φιλοσοφίες της ανθρωπότητας. Εξύμνησε τον Πλάτωνα, εξύμνησε τον Μπέργκσονγκ, εξύμνησε τον Σωκράτη, εξύμνησε τον βουδισμό, εξύμνησε του Μωυσή τις ιδέες, εξύμνησε τον Ιουλιανό τον παραβάτη, το τι πίστευε, τους αρχαίους και τους νεότερους και έμενε ανικανοποίητος. Διάβασε, όπως ολίγοι, τον χριστιανισμό. Και ξέρετε τι έλεγε λέει “Θεωρία είναι ωραία ο χριστιανισμός αλλά δεν με ικανοποιεί στο τέρμα διότι βάζει θα γίνεις χριστιανός για να αμοιφθείς. Δε μου αρέσει στην ιδεολογία η αμοιβή”. Θα είμαστε σε μία ιδεολογία για να είμεθα ενάρετοι, όχι για να μας πληρώσουνε την αρετή μας. Ήταν πάρα πολύ βαθύς εις στις αντιλήψεις του τις φιλοσοφικές. Και μη πούμε οτι τις είχε μελετήσει επιπόλαια. Γιατί πάνω στις φιλοσοφικές του αντιλήψεις ο Καζαντζάκης βιβλία ολόκληρα. Δε μπορείς να γράψεις ένα Καποδίστρια, αν δεν έχεις διαβάσει όλη την εποχή. Δε μπορείς να γράψεις χωρίς να έχεις διαβάσει από πού έρχεται, ποιος τον έφερε, ποια κατάσταση κοινωνική τον ανέδειξε, τι έκανε ως κατακτητής. Δε μπορείς να γράψεις έργο. Αυτός για όλα τα μεγάλα πρόσωπα τις κοινωνίας, το καιρό που ήθελε να μιμηθεί και να ξεπεράσει το Σαίξπηρ, οι ήρωές του είναι όλοι οι μεγάλοι ήρωες της Ιστορίας. Έχει γράψει τραγωδία. Και οι τραγωδίες του ήταν και αυτές πάνω στα χνάρια του Σαίξπηρ. Δηλαδή, και πολλές πράξεις και έμμετρες. Δεν ήτανε φλυαρία, πεζογραφία. Ήταν δουλεμένος και ο στίχος του. Δε μπορείς όμως να γράψεις ένα Μωυσή έργο αν δε διαβάσεις όλη την εποχή. Δε μπορείς να γράψεις ένα Χριστό, αν δε διαβάσεις όλη την εποχή, τις συνθήκες ζωής των ανθρώπων. Τις αντιμαχόμενες ομάδες της κοινωνίας της κάθε εποχής. Γι’ αυτό λέω ότι ο Καζαντζάκης… βέβαια όλα αυτά τα έργα του ήταν σοφά. Μπορεί να απέτυχε γιατί είχε ξεπεραστεί πλέον το είδος το σαιξπηρικό

– Ποιους   από τους ήρωες του Καζαντζάκη θεωρείτε πιο δημοφιλείς

-Άλλοι προτιμούν το Ζορμπά. Γιατί στον Ζορμπά γίνεται αντιμέτωπος ο απλός άνθρωπος, ο κατά φύση ζώον και ο συγγραφέας δηλαδή ο ίδιος ο Καζαντζάκης και μπαίνει το ερώτημα σε αυτό το βιβλίο ποιοι είναι αυτοί στη κοινωνία που ακολουθούν το σωστό δρόμο; Ποιοι είναι αυτοί που μπορούμε να πούμε οτι ζήσαν μιά ζωή ικανοποιητικά ανθρώπινη και σωστή; Και ο Καζαντζάκης μας αφήνει να υποθέσουμε οτι και ο Ζορμπάς μπορεί να είναι αυτός που ακολούθησε την σωστή οδό ζώντας τη φυσική ζωή. Εγώ λέει “Τι έκανα; Όλα της ζωής” λέει “τα έκανα μελάνι και χαρτί”. Μα το μελάνι και το χαρτί δεν είναι η ζωή.. Σε όλα έχει μία κεντρική ιδέα στα βιβλία του. Δεν εγκατέλειψε όμως και τη ποίηση. Έγραψε αυτό το τεράστιο έπος, ε; Την Οδύσσεια Όπως σε όλα τα χρώματα υπάρχει διαβάθμιση και στα βιβλία του Καζαντζάκη υπάρχει. Εγώ θα έλεγα οτι τα καλύτερα βιβλία του είναι ο Καπετάν Μιχάλης και το Αναφορά στο Γκρέκο. Και να σκεφτεί κανείς οτι το Αναφορά στο Γκρέκο το γράφει όντας άρρωστος. Γιατί 8 χρόνια υπέφερε από λευχαιμία. 8 χρόνια και ερχόντανε μιά εποχή που ο οργανισμός του ήτανε σε τελεία εξάντληση. Και τότε έφευγε από τη Γαλλία που έμενε και πήγαινε στη Χαιδελβέργη   που ζούσε τότε ο σπουδαίος γιατρός για τη λευκαιμία ο Χαίμάγιερ, όπου ο Καζατζάκης υποβάλλεται εις την θεραπεία της αλλαγής όλου του αίματος. Ο Χαιμάγιερ του άλλαζε όλο το αίμα. Και ένοιωθε αμέσως μια περίεργη ζωογόνηση σαν να γινόταν 20 χρονών με την αλλαγή του αίματος. Εγύριζε εις την Αντίμπ  και άρχισε να γράφει. Αλλά βέβαια δε δείχνει μεγάλο σθένος, το οτι ξέροντας οτι έχει λευχαιμία και οτι είναι καταδικασμένος, εμπόρεσε, μέσα εις τα τελευταία χρόνια της ζωής του, να γράψει αυτό το αριστούργημα. Δε ξέρω αν έχετε διαβάσει Καζαντζάκη, αν δεν έχετε, διαβάσετε την Αναφορά στο Γκρέκο και φτάνει. Γιατί ο κάθε άνθρωπος, όσο μεγάλος κ’ αν είναι, έχει το καλύτερό του βιβλίο και έχει και το πιο αδύνατο και η ζωή είναι λίγη και οι συγγραφείς πολλοί και τα αριστουργήματα και τα βιβλία πολλά.

– Ποια έργα του Καζαντζάκη ξεχωρίζετε;

-Εγώ συνιστώ και στους μαθητές και στους νέους όταν τύχει να με ρωτάνε να παίρνουνε από τον κάθε συγγραφέα το αριστούργημά του. Μου λένε “ Τι να διαβάσουμε από τον Καζαντζάκη;’’. Την Αναφορά στο Γκρέκο. Και αν λατρεύετε και την λεφτεριά, που εμείς οι Κρητικοί τη λατρεύουμε όλοι, διάβασε και τον Καπετάν Μιχάλη. Όταν τα διαβάσεις αυτά τα δύο, έχεις διαβάσει τον Καζαντζάκη.

Αφήστε μια απάντηση