Στυλιανός ὁ Αὐστραλίας

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

«Στυλιανός ὁ Αὐστραλίας, ὁ γενναῖος καί ρηξικέλευθος Κρής, ὁ μέγας ἐν τοῖς Ἱεράρχαις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου»

«Στυλιανός ὁ Αὐστραλίας, ὁ γενναῖος καί ρηξικέλευθος Κρής, ὁ μέγας ἐν τοῖς Ἱεράρχαις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου»
30/03/2019
Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΖΕΚΑΚΗ
Προλογικά
Στόχος του δημοσιεύματός μας δεν είναι μια εξαντλητική παρουσίαση του έργου και της προσωπικότητας του Στυλιανού. Κάτι τέτοιο θα ήταν αδιανόητο και παράλογο στο πλαίσιο ενός άρθρου. Είναι απλώς ο απόηχος των αντιδράσεων και των συναισθημάτων που δημιούργησε σε ένα μεγάλο κύκλο ανθρώπων, ανάμεσα στους οποίους είναι και γράφων. Θα πρέπει να προστεθεί ότι το κείμενο που ακολουθεί είναι προϊόν στενής και πολύωρης συνεργασίας με τον αδελφικό φίλο του Στυλιανού, τον Γιώργο Αναγνωστάκη, συνταξιούχο θεολόγο και εκπαιδευτικό που, λόγω συγκίνησης αρνήθηκε να θέσει το όνομά του δίπλα σ’ αυτό του γράφοντος.
 
Τα παιδικά χρόνια
Ο Στυλιανός Χαρκιανάκης είναι γόνος μιας οικογένειας που ζει στο Άδελε Ρεθύμνης, ένα χωριό δίπλα στην πόλη. Γεννήθηκε το 1935 στο Ρέθυμνο. Μόλις 6 χρονών όταν ήλθαν οι Γερμανοί τον Μάιο του 1941. Είναι γνωστό το τέλος του ηρωικού Στελιανού του πατέρα του. Η θανατηφόρα επίθεσή του στον Γερμανό φρουρό την ώρα που φτυάριζε το χώμα του τάφου του, η απόπειρα απόδρασής του και η ακαριαία επί τόπου εκτέλεσή του. Για να κατανοήσουμε την προσωπικότητα και το χαρακτήρα του Στυλιανού θα πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη ορισμένα βιώματα των παιδικών του χρόνων που χάραξαν βαθειά τη ζωή και το έργο του:
(α) Ο αψύς κρητικός χαρακτήρας του πατέρα του και η αψήφιστη στάση και η αφοβισιά ακόμα και μπροστά στον θάνατο ήταν χαρακτηριστικά που κληρονόμησε από τον κύρη του. Θα βρούμε την ίδια στάση και την ίδια αφοβισιά και στον γιο… Ποτέ ο Στυλιανός δεν έκανε πίσω, ποτέ δε δείλιασε. Όσο μεγάλο κι αν ήταν κάθε φορά το τίμημα που εκαλείτο να καταβάλει εξ αιτίας της άκαμπτης και ανυποχώρητης στάσης του. Όσο ισχυρός κι αν ήταν ο άλλος που είχε απέναντί του. Και δεν ήταν καθόλου λίγες οι στιγμές που βρήκε τέτοιου είδους «άλλους» απέναντί του ο Στυλιανός.
(β) Η αίσθηση της ορφάνιας ήταν το άλλο σκληρό βίωμα. Η αίσθηση πως ρίχτηκε απροστάτευτος μέσα σ’ ένα σκληρό και αμείλικτο κόσμο τον συνοδεύει διά βίου και αναδύεται πολύ συχνά στο ποιητικό αλλά και στο θεολογικό του έργο.
(γ) Η τρίτη σκληρή πραγματικότητα που χάραξε τα παιδικά του χρόνια και που σχετίζεται άμεσα με την προηγούμενη είναι η πενία και οι στερήσεις. Η μητέρα του με τον Στέλιο και τα άλλα τρία παιδιά της μετακόμισε στο Μαρουλά, ένα χωριό δίπλα στο Άδελε όπου ο Χαρκιανάκης πατήρ διατηρούσε λίγα χωράφια, τα οποία όμως δεν ήταν αρκετά για την επιβίωση της οικογένειας. Δεν του έφυγε ποτέ η εικόνα που αγωνίστηκε σκληρά για την επιβίωση των παιδιών της. Σίγουρα αυτή είχε στη σκέψη του σαν έγραφε το στίχο:
Δεν γνώρισε τη χαρά του περιττού
παρά μονάχα την πάλη με τις πρώτες ανάγκες».
Κάτω από αυτό το πρίσμα θα πρέπει να δούμε την πληθώρα των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων για τα παιδιά, τους νέους αλλά και τους γέρους που ίδρυσε στην Αυστραλία.
 
Από την Ιερατική σχολή της Αγίας Τριάδος στο Ακρωτήρι, στην Χάλκη
Μετά την αποφοίτησή του από το Δημοτικό στο Μαρουλά, γύρω στο 1942 ένας φιλάνθρωπος Ρεθεμνιώτης ονόματι Κωνσταντινίδης που έδιδε μαθήματα Αγγλικής πρότεινε στον Στυλιανό και τη μητέρα του να τον υιοθετήσει και να του δώσει φυσικά το επίθετό του. Αρνήθηκε να ανταλλάξει το επίθετο που πήρε από τον πατέρα προκειμένου να απαλλαγή από τη φτώχια. Όμως ο εν λόγω χριστιανός φρόντισε να γίνει δεκτός στην Ιερατική Σχολή της Αγίας Τριάδος στο Ακρωτήρι Χανίων, ήταν το έτος 1948.
 
Στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης
Στη Χάλκη ο Στυλιανός θα συναντήσει πρόσωπα και γεγονότα που θα σημαδέψουν αναπάντεχα την περαιτέρω πορεία του. Συγκεκριμένα:
(α) Θα επηρεαστεί έντονα από την ιστορική προσωπικότητα, την τόλμη, το ανάστημα του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα. Ήταν ο Πατριάρχης που τόλμησε να ανοίξει για πρώτη φορά το διάλογο με την Καθολική Εκκλησία. Ο Αθηναγόρας ξεχώρισε τον ανήσυχο ιεροσπουδαστή από την Κρήτη και τον έστειλε για μεταπτυχιακές σπουδές στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Βόννης με δασκάλους τους Johannn Auer και τον Joseph Ratzinger (τον κατοπινό Πάπα Βενέδικτος ΙΣΤ). Σίγουρα στη σκέψη του Αθηναγόρα κυριαρχούσε η έγνοια να βρεθεί ένα υψηλού επιπέδου στέλεχος, για να ηγηθεί διαλόγου με τους καθολικούς. Και ο Αθηναγόρας δεν έπεσε καθόλου έξω στις εκτιμήσεις δικαιώθηκε. Δικαιώθηκε.
(β) Στη Χάλκη ο Στυλιανός έζησε την οδυνηρή εμπειρία των γεγονότων της Πόλης το θλιβερό Σεπτέμβριο του 1955.
(γ) Ερχόμενος στη Χάλκη ο Στυλιανός βρήκε Σχολάρχη τον Μητροπολίτη Ικονίου Ιάκωβο (1915-1965) ένα καθόλου συνηθισμένο ιεράρχη του Οικουμενικού Θρόνου, γεγονός που διεδραμάτισε αποφασιστική σημασία στην περαιτέρω πορεία του Στυλιανού. Έγινε ο πνευματικός του οδηγός… Διαβάζοντας περιγραφές και αναμνήσεις άλλων για τον Ικονίου Ιάκωβο αναγνωρίζομε πολλά στοιχεία του χαρακτήρα, της συμπεριφοράς και του ήθους του Στυλιανού. Τα παραθέτομε:
«Ο Ἰκονίου Ἰάκωβος ἦτο Ἱεράρχης μεμετρημένος, ἔχων πεπαρρησιασμένην τὴν γνώμην καὶ ἀκέραιον τὸν χαρακτῆρα, εὐθαρσής, πρὸ οὐδενὸς ὀρροδῶν διὰ τὸ συμφέρον τῆς Ἐκκλησίας…. Ὑπῆρξεν Ἱεράρχης ἄριστος, σύμβουλος ἀγαθός, παραστάτης δεξιός, ἔρεισμα τῆς πίστεως καὶ τοῦ φρονήματο.. , ἐχέφρων, φιλάνθρωπος … . Εκόσμησε τὴν Ἐκκλησίαν διὰ τῆς ἀρετῆς καὶ τοῦ ἤθους … καὶ τῆς ἀνιδιοτελείας τῶν πράξεων του .. καὶ ἐπλούτισε τὸ φρόνημα καὶ τὸ αἴσθημα τῶν πολλῶν αὐτοῦ μαθητῶν … διὰ τῆς ἀγάπης καὶ προσηνείας….».(Παύλος Μενεβίσογλου Μητροπολίτης Σουηδίας και συμφοιττής του Στυλιανού στη Χάλκη). Παύλος.
«… ὁ προαπελθὼν Ἱεράρχης [Ιάκωβος] ἐξ ἰδιοσυγκρασίας καὶ ἐσωτέρας διαθέσεως ὑπῆρξεν θιασώτης καὶ ὑπέρμαχος τοῦ θεσμοῦ τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου, ὡς τοῦ ἀνωτάτου διοικητικοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ἐνίοτε δὲ ἀπέβαινε καὶ μαχητικός, ὑποστηρίζων μετ’ ὀξύτητος καὶ ἀνενδότου ὁρμῆς τὰς σκέψεις αὐτοῦ, προκειμένου νὰ ὑποστηρίξῃ τὸ δίκαιον καὶ τὸ ὀρθόν, ἔστω καὶ ἂν ἤρχετο ἀντιμέτωπος πρὸς τὸν Πατριάρχην Ἀθηναγόραν, εἰς τὴν συνείδησιν τοῦ ὁποίου ἐβάρυνε πολὺ ἡ γνώμη τοῦ Ἰκονίου Ἰακώβου… Ἐνήργει ἐνίοτε ἐκ πεποιθήσεως ὅτι ἡ γνώμη αὐτοῦ ἦτο ὑπαγόρευσις τῆς συνειδήσεώς του, ἦτο ἁγνὸν ἐσωτερικὸν ἀνάβλημα» (Μητροπολίτης Πριγκιπονήσων Συμεών).
(Σημ. ο συνοδικός χαρακτήρας της ορθόδοξης εκκλησιολογίας απετέλεσε την κρηπίδα της θεολογικής σκέψης του Στυλιανού).
Οι παραπάνω μαρτυρίες μας οδηγούν αβίαστα στο συμπέρασμα ότι πίσω από την απόφαση του αψύ και ατίθασου κρητικού να προσέλθει τελικά στην ιερωσύνη, απόφαση που ξάφνιασε πολλούς φίλους και δικούς του, θα πρέπει να αναζητηθεί η προσωπικότητα του γέροντα του Ιακώβου. Αυτή η σχέση γέροντα και πνευματικού παιδιού ζέστανε ξαφνικά την καρδιά και φώτισε το νου του αδιάφορου μέχρι τότε ιεροσπουδαστή. Και σίγουρα ήταν αυτός που άναψε μέσα του τη σπίθα της ιεροσύνης και τον έκανε να νιώσει ότι θα μπορούσε να γίνει παπάς, χωρίς να προδώσει το ανυπότακτο πνεύμα του, την εκρηκτική του δυναμικότητα. Έτσι το 1957 ήλθε στη γενέτειρα πόλη, το Ρέθυμνο και χειροτονήθηκε διάκος από τον αείμνηστο Επίσκοπο Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Αθανάσιο Αποστολάκη. Η χειροτονία του ως ιερέα έγινε στην Κωνσταντινούπολη ένα χρόνο αργότερα.
 
Σπουδές στην Γερμανία και ιεροσύνη
Όπως αναφέραμε, ο Πατριάρχης Αθηναγόρας φρόντισε να του δοθεί υποτροφία για μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Βόνης με εξειδίκευση στο χώρο της Συστηματικής Θεολογίας και της Φιλοσοφίας της Θρησκείας (1958-1966). Χαρακτηριστικό του ανδρός είναι ότι με την ολοκλήρωσή της το 1965, τη διδακτορική του διατριβή δεν την υπέβαλε στην Καθολική Θεολογική της Βόννης. Την κατέθεσε προς έγκριση στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών με καθηγητή δογματικής τον Ιωάννη Καρμίρη.
Με την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1966, διορίστηκε Ηγούμενος της Ιεράς Πατριαρχικής Μονής των Βλατάδων στη Θεσσαλονίκη (14ος αι.) και ανατέθηκε σ’ αυτόν μαζί με ομάδα καθηγητών της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως να φροντίσουν για την ίδρυση του Πατριαρχικού Ινστιτούτου Πατερικών Σπουδών.
Πανεπιστημιακός δάσκαλος
Από το 1969 έως το 1975, εκλέχθηκε και υπηρέτησε ως μέλος του Διδακτικού Προσωπικού στη Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Το επιστημονικό του αντικείμενο στην εν λόγω Σχολή ήταν σχετικό με το χώρο της συστηματικής θεολογίας.
Ο επίσημος συνομιλητής με την Καθολική Εκκλησία
Το 1985 εξελέγη παμψηφεί μόνιμος Πρόεδρος των ορθοδόξων που συμμετείχαν στον Οικουμενικό Διάλογο με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, εις τον Επίσημο Θεολογικό Διάλογο μετά της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας (Πάτμος-Ρόδος, 1980). Συμπρόεδρος από την πλευρά των Ρωμαιοκαθολικών ορίστηκε ο καρδινάλιος Johannes Willebrands μια διακεκριμένη προσωπικότητα της Καθολικής Εκκλησίας. Από τη θέση αυτή ο Στυλιανός υπηρέτησε πιστά και τίμια την Ορθοδοξία. Όμως και εδώ η ευθύτητα του χαρακτήρα του στάθηκε αφορμή να δοκιμάσει πολλές και μεγάλες πικρίες. Δεχόταν κτυπήματα και από οικείους και από αντιπάλους. Υπέβαλε δύο φορές της παραίτησή του που δεν έγινε δεκτή. Την τρίτη όμως φορά ο ασυμβίβαστος Κρητικός ήταν ανυποχώρητος. Κατά κοινή ομολογία το κενό που άφησε ο Στυλιανός με την παραίτησή του δεν έχει καλυφθεί ακόμα.
 
Στο πηδάλιο της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας της Αυστραλίας
Το όραμα
Το 1975 η Σύνοδος του Πατριαρχείου με Πατριάρχη του Μακαριστό Δημήτριος (1972-1991), εξέλεξε το Στυλιανό Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας. Να σημειωθεί ότι ο Στυλιανός έτρεφε πάντα μεγάλη εκτίμηση προς τον Δημήτριο, τη σεμνή εκείνη μορφή που ενσάρκωνε το ήθος της σταυρωμένης Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, της του Χριστού πενήτων.
Η Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας, το νέο αυτό μετερίζι απετέλεσε τη μεγάλη πρόκληση της ζωής του. Το μεγάλο στοίχημα. Ανασκουμπώθηκε και ρίχτηκε στη δουλειά με όλες τις δυνάμεις του.
Πρότυπο ηγέτη της Ελληνικής Διασποράς
Ο Στυλιανός δεν υπήρξε ποτέ ο τύπος του θρησκευτικού ηγέτη που εφησυχάζει, αρκούμενος στην κάλυψη των θρησκευτικών αναγκών της κοινότητάς του. Δηλαδή τις τελετές, τις παρελάσεις, τα μνημόσυνα, τις κηδείες, τις δημόσιες σχέσεις, την απόλαυση των εκ του αρχιερατικού θώκου προερχομένων προνομίων. Το όραμά του ήταν πολύ ευρύτερο. Γι’ αυτόν ο Ελληνισμός αποτελούσε μια μεγάλη ενιαία πολιτιστική ενότητα με οικουμενικό και ποτέ εθνικιστικό χαρακτήρα. Μια ενότητα που δεν επιτρέπει τη διάσπασή της σε μικρά, στεγανά κομμάτια. Στα δύσκολα χρόνια της οθωμανικής σκλαβιάς ο πληγωμένος Ελληνισμός βρήκε προστασία στους κόλπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας και από τότε Εκκλησία και Γένος πορεύονται μαζί αποτελώντας αδιάσπαστη και αδιαίρετη ενότητα. Αυτό το ρόλο ανέλαβε ο Στυλιανός στη μακρινή Αυστραλία και αυτός ο ρόλος τον ανέδειξε μέγα ηγέτη της Ελληνικής διασποράς. Ήταν ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα με το οποίο μόνο μια ισχυρή προσωπικότητα μεγάλου διαμετρήματος θα μπορούσε να αναμετρηθεί. Ο Στυλιανός από χαρακτήρα, όπως είπαμε, δεν ορρωδούσε, δεν δίσταζε. Έτσι ξεκίνησε μια πολύχρονη, τιτάνια μάχη που σταμάτησε μόνο της τελευταίες μέρες της γήινης ύπαρξής του.
Έδωσε μεγάλους αγώνες τόσο στο χώρο της Εκκλησίας όσο και στο χώρο των Ελληνικών Κοινοτήτων όσο και σ’ αυτόν το δύσκολο και κοντόθωρου του Ελληνικού κράτους. Πάλεψε για την υπέρβαση της διάσπασης μεταξύ Ελληνισμού και Εκκλησίας, κοινοτήτων και ενοριών. Η θητεία του άλλαξε πολλά πράγματα τόσο στην οργάνωση της Εκκλησίας, όσο και σ’ αυτή των Ελληνικών Κοινοτήτων και στη σχέση τους με την Εκκλησία. Σήμερα που η πορεία του Στυλιανού έφθασε στο τέρμα της μπορούμε να μιλάμε για το θρίαμβο του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας στην Αυστραλία.
Θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον θέμα να δούμε αναλυτικά με ποιο τρόπο, με ποια εφόδια έφθασε ο Στυλιανός στην τελική καταξίωσή του ως ηγέτη. Όμως ο περιορισμένος χώρος της εφημερίδας δεν επιτρέπει ένα τόσο φιλόδοξο εγχείρημα. Θα περιοριστούμε αναγκαστικά σε μια αναφορά. Αναφερθήκαμε ήδη στο ανήσυχο και φιλέρευνο πνεύμα του, αυτό που σαν τον Οδυσσέα τον παρορμούσε αδιάλειπτα να γνωρίζει «πολλών ανθρώπων άστεα και νόον». Την επιρροή που δέχτηκε από τον Αθηναγόρα, το γέροντά του Ιάκωβο, το φαναριώτικο περιβάλλον της πόλης. Τη θητεία του στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και την Ιερά Μονή Βλατάδων και την πολύτιμη εμπειρία του από τον Οικουμενικό διάλογο.
Στη Θεσσαλονίκη, συνέβη όμως και κάτι άλλο που τον ταρακούνησε συθέμελα. Ποιητής ο ίδιος γνώρισε ένα μεγάλο ποιητή και διανοούμενο της Θεσσαλονίκης. Το Νίκο Γραβιήλ Πεντζίκη. Γρήγορα αναπτύχθηκε μια στενή σχέση που άνοιξε στο Στυλιανό νέους ορίζοντες. Ανάμεσα στα άλλα, ήταν ο Πεντζίκης, αυτός ο εραστής του επέκεινα και του Αγίου Όρους που τον βοήθησε να ανακαλύψει τον άγνωστο γι’ αυτόν, ως τότε, χώρο και κόσμο του Άθωνα. Ήταν ένας πρωτόγνωρος χώρος για τον Στυλιανό. Διαμετρικά διαφορετικός από το Φανάρι, τα Ακαδημαϊκό περιβάλλον της Θεσσαλονίκης ή τα Οικουμενικά φόρα. Στο χώρο αυτό ο Στυλιανός συνάντησε μια επίσης σημαίνουσα προσωπικότητα τον π. Βασίλειο Γοντικάκη ηγούμενο αρχικά της Μονής Σταυρονικήτα και αργότερα της Μονής Ιβήρων. Μοιράζονταν αρκετή δόση κρητικής κουζουλάδας. Γρήγορα αναπτύχθηκε μια στενή φιλία ανάμεσά τους. Ο Βασίλειος έγινε ο οδηγός και σύμβουλος του Στυλιανού στην προσπάθειά του γνωρίσει και να φέρει σε επαφή τον λαό που του εμπιστεύθηκε ο Θεός με τη μυστική, αφτιασίδωτη ορθόδοξη πνευματική παράδοση που έμενε ζωντανή και ακμαία ακόμη στα Αγιορείτικα κελιά, τις σκήτες και τις Μονές. Χωρίς τη διάσταση αυτή είναι αδύνατο να κατανοήσει κανείς το μέγεθος και την εμβέλεια της ποιμαντικής προσπάθειας του Στυλιανού στην Αυστραλία. Είναι η διάσταση αυτή που μας επιτρέπει να μιλάμε για το θρίαμβο του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας στην Αυστραλία.
Το εν Αυστραλία επιτελεσθέν μέγα έργο
Όπως προαναφέρομε το έργο αυτό είναι μεγαλειώδες και τεράστιο και είναι αδύνατο να χωρέσει στο σημερινό μας άρθρο, μόνο μια υπαινικτική αναφορά τίτλων των βασικών τομέων δράσεων μπορούμε να κάνομε.
• Η ενορία αποτελεί το βασικό κύτταρο της εκκλησιαστικής δομής. Η αναδιάρθρωση, η εκ βάθρων οργάνωση των ενοριών και η συμφιλίωσή τους με τις κοινότητες που πριν από τον ερχομό του είχαν πάρει άλλους ολισθηρούς δρόμους ήταν βασικό μέρος της προσπάθειας από την πρώτη στιγμή. Έφτιαξε ζωντανές ενορίες όπου ο λαός δεν είχε καθόλου διακοσμητικό ρόλο. Είναι η διήκουσα αρχή όλου του έργου του.
• Η σύνδεση του εκκλησιαστικού του έργου με την αγιορείτικη πνευματικότητα ήταν ένας σημαντικός στόχος της προσπάθειάς του. Κάρπος της ήταν η ίδρυση πληθώρας Ιερών Μονών. Ιστορική θα μείνει η επίσκεψη μετά από πρόσκληση του Στυλιανού του αγίου Παϊσίου και του π. Βασιλείου το 1977. Απετέλεσε την αφετηρία και το έναυσμα για την ίδρυση των εν λόγω μονών.
• Στον εκπαιδευτικό χώρο οργάνωσε μεγάλο αριθμό σχολείων όλων των βαθμίδων, από τους βρεφονηπιακούς σταθμούς και τα νηπιαγωγεία, τα δημοτικά, τα γυμνάσια, μέχρι τα λύκεια. Έστησε με επιτυχία Ελληνορθόδοξα δίγλωσσα ημερήσια κολλέγια.
• Η ίδρυση και λειτουργία Θεολογικής Σχολής στελεχωμένης με ικανό αριθμό μελών του διδακτικού-ακαδημαϊκού, που αναγνωρίστηκε από το κράτος ως ισότιμη πανεπιστημιακή μονάδα, αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματά του.
• Έστησε πληθώρα ιδρυμάτων. Γηροκομεία, ψυχιατρεία, δίκτυα διαμερισμάτων για τη φιλοξενία ηλικιωμένων που τα ονόμασε Βασιλειάδες.
• Εξέδωσε πληθώρα εφημερίδων και περιοδικών, καθώς και μεγάλο αριθμό επιστημονικών και εκλαϊκευμένων εκδόσεων.
Αυτός τελικά ήταν ο Στυλιανός, ένας μεγάλος Εκκλησιαστικός και Εθνικός ηγέτης. Ένωσε και έδωσε νόημα στον Ελληνισμό της Διασποράς.
Η αναγνώριση
Ο θάνατος του Στυλιανού έδωσε το έναυσμα πληθώρας έντυπης και ηλεκτρονικής μορφής ανακοινώσεων εκ μέρους διακεκριμένων πνευματικών, εκκλησιαστικών και πολιτικών προσωπικοτήτων που ομοφώνως εκφράζουν την εκτίμηση και το θαυμασμό τους για το μεγαλειώδες έργο που επιτέλεσε ο εκλιπών ιεράρχης. Σήμερα θα αρκεστούμε σε δύο: Στην ανακοίνωση του Πρωθυπουργού της Αυστραλίας για τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου και στην υπέροχη και συγκινητική ομολογία του Μητροπολίτου Φιλαδελφείας κ. Μελίτωνος, από την οποία είναι δανεισμένος ο τίτλος του άρθρου μας.
Η δήλωση του Πρωθυπουργού της Αυστραλίας είναι η εξής:
«Η αναχώρηση του Αρχιεπισκόπου της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας στην Αυστραλία είναι μια μεγάλη απώλεια για την Ορθόδοξη κοινότητα της Αυστραλίας.
Ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Στυλιανός Χαρκιανάκης οδήγησε την Ελληνική Ορθόδοξη κοινότητα της Αυστραλίας για σαράντα τέσσερα χρόνια.
Είναι μια προσφορά ζωής μπροστά στην οποία υποκλίνομαι.
Λυπεί το γεγονός αυτό τους ορθοδόξους της Αυστραλίας.
Ο Αρχιεπίσκοπος διεδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στο διάλογο ανάμεσα στην Ελληνορθόδοξη η εκκλησία και τις άλλες ομολογίες. Με την πράξη του αυτή εμπλούτισε τις ζωές όχι μόνο των Ελλήνων της Αυστραλιανής κοινότητας αλλά επίσης και αυτών που ακολουθούν άλλα δόγματα.
Με την ίδρυση και οργάνωση της Ελληνορθόδοξης Θεολογικής Σχολής του Αγίου Ανδρέου, ο Αρχιεπίσκοπος αφήνει πίσω του ένα έργο μακροπρόθεσμης σημασίας και διάρκειας.
Γνωρίζω ότι ο Αρχιεπίσκοπος έχαιρε μεγάλης αγάπης και σεβασμού ως αρχηγός της Ελληνορθόδοξης κοινότητα της και εκφράζω τα συλλυπητήριά μου για λογαριασμού του Αυστραλιανού Λαού.
Αυτή τη δύσκολη ώρα οι σκέψεις και οι προσευχές μου είναι κοντά στα μέλη της Αξιότιμης οικογένειάς του και της Ελληνο-Αυστραλιανής Ορθόδοξης κοινότητας».

Αφήστε μια απάντηση