Η πρώτη μάχη της Αντίστασης δόθηκε στην Κοξαρέ

Όταν αναφερόμαστε στην ανταρτομάνα Κοξαρέ με τόσο θαυμασμό, σίγουρα προκαλούμε την απορία κάποιων αναγνωστών. Πως χαρακτηρίζεται με τόσο «βαρύ» τίτλο ένα χωριό, όταν βρίθουν στην Κρήτη τα καπετανοχώρια. Για πιο λόγο τονίζεται τόσο έντονα η συμμετοχή του χωριού αυτού στην Εθνική Αντίσταση;

Μια αποστομωτική απάντηση μας δίνει ο αείμνηστος Αλέκος Μαθιουδάκης, ο περίφημος «μουσάτος» της Αντίστασης στο βιβλίο του «Αντιστασιακές αναμνήσεις». Όπως αναφέρει λοιπόν, η Κοξαρέ, που από τη δεκαετία 1920 – 1930 έγινε ευρύτερα γνωστή ως «Μικρή Μόσχα» για τη συμμετοχή των κατοίκων της στο κομμουνιστικό – αγροτικό ταξικό κίνημα θα δώσει πρώτη τη μάχη της Εθνικής Αντίστασης.

Ήταν Σεπτέμβρης του 1942 όταν οι Γερμανοί ανακοινώνουν στον πρόεδρο του χωριού ότι θα μαζέψουν ορισμένα δημητριακά και λάδια για τα στρατεύματα κατοχής, καθώς και ορισμένα ζώα.

 

Οι χωριανοί αρνούνται να συμμορφωθούν με τη διαταγή και παίρνουν απόφαση να αντισταθούν με κάθε τρόπο για να υπερασπίσουν τα λίγα τρόφιμα που έχουν για τη ζωή των παιδιών τους. Οι Γερμανοί ωστόσο είναι αποφασισμένοι να εκτελέσουν τη διαταγή αυτή αδιαφορώντας για τις συνέπειες που θα είχαν. Έτσι το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτέμβρη ένας αριθμός από χωροφύλακες κυκλώνει το χωριό και προσπαθούν δια της βίας να μαζέψουν τα δημητριακά και τα λάδια για τους Γερμανούς. Δυστυχώς γι’ αυτούς στην προσπάθειά τους αυτή βρέθηκαν μπροστά σε ένα ανθρώπινο τείχος. Οι Κοξαριανοί δεν ήταν διατεθειμένοι να παραδώσουν ούτε σπυρί σιτάρι. Το είχαν δηλώσει κι αφού δεν εισακούστηκαν αναγκάστηκαν να επιτεθούν. Έτσι σε λίγο ήρθαν στα χέρια με τους χωροφύλακες. Η απάντηση των εισβολέων ήταν να προχωρήσουν σε συλλήψεις. Δεν άργησαν να γεμίσουν τα καμιόνια από άνδρες, γυναίκες και γέρους για τη φυλακή και την εξορία σύμφωνα με τις μετέπειτα εξελίξεις.

Αναφέρονται τα ονόματα: Ιωάννη Σπαθουλάκη, Κατάκη Μύρου, Μαθιουδάκη Μύρου, Τζανιδάκη Εμμανουήλ, Σταυρουλάκη Ευαγγέλου, Σταματάκη Μαριγώς, Σταυρτουλιδάκη Παντελή, Αλεβυζάκη Ιωάννη, Καλογεράκη Γεωργίου, Βαβουράκη Νίκου με συγγενείς του, Σταυρουλάκη Μαρίας, Μαραγκάκη Χαρίδημου, Σπιθουλάκη Γιάννη κ.α

Αυτούς αναφέρει ο Αλέκος Μαθιουδάκης ζητώντας μάλιστα τη συγγνώμη όσων άθελά του παρέλειψε.

Αυτούς τους ασυμβίβαστους ανθρώπους με τους κανόνες της βίας και της υποταγής περίμενε μεγάλη ταλαιπωρία στη φυλακή και σε εξορίες.

Παρακάτω, ο Αλέκος Μαθιουδάκης αναφέρει για αυτή την πρώτη μάχη:

«Η Κοξαρέ δίνει την πρώτη μάχη της Αντίστασης για την επιβίωση στο νομό Ρεθύμνης στα τέλη του Οκτώβρη 1941. Η μάχη αυτή ήταν το σήμα κατατεθέν όλων των Κοξαριανών κι ένα μήνυμα ότι όλοι θα αγωνιστούν αψηφώντας τις θυσίες για το λαό. Κι όπως το αποφάσισαν έπραξαν. Έγιναν φρουροί για τους άλλους κι όποτε έβλεπαν γερμανικά αυτοκίνητα έσπευδαν να τους ειδοποιήσουν με το συνθηματικό «μαύρα βόδια».

Έτσι έγινε η Κοξαρέ το κάστρο της Αντίστασης».

 

Ο καπετάν Λευτεριάς

Από τους μεγάλους αγωνιστές και ο Βαγγέλης Παπαδάκης ο περίφημος καπετάν Λευτεριάς. Κι αυτός γεννήθηκε στο χωριό Κοξαρέ, το 1915. Πολέμησε στην Αλβανία και το 1942 βγήκε στο βουνό όπου ανέλαβε πολιτικός επίτροπος στο Αρχηγείο Ρούμελης με αρχηγό τον Άρη Βελουχιώτη. Το 1943 ανέλαβε τη διοίκηση του Αρχηγείου Ρούμελης αργότερα έγινε καπετάνιος των Μεραρχιών Στερεάς μέχρι τη Βάρκιζα. Φυλακίστηκε και εξορίστηκε και μετά τη δραπέτευσή του από την εξορία εντάχθηκε στον Δημοκρατικό Στρατό. Έμεινε ως πολιτικός πρόσφυγας στην Τασκένδη, όπου και σπούδασε. Αργότερα επαναπατρίσθηκε, ενώ στη διάρκεια της χούντας εξορίσθηκε. Έγραψε (1999) το βιβλίο «Από την Κοξαρέ στα βουνά της Ρούμελης».

Η ενεργός αυτή δράση της Κοξαρέ στην Αντίσταση της στοίχισε το ολοκαύτωμα της στις 29 Αυγούστου 1944.

Θυμάται με την ευκαιρία αυτή ο εκλεκτός συνάδελφος και πρώην πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ κ. Μανόλης Μαθιουδάκης γιος του ήρωα Γιάννη Μαθιουδάκη του καθηγητή:

«Ήμουν δέκα χρονών εκείνη την εφιαλτική μέρα, στις 29 Αυγούστου 1944, όταν ισχυρές γερμανικές ισχυρές δυνάμεις περικύκλωσαν τα χωριό, λεηλάτησαν τα σπίτια μας, τα ανατίναξαν και τα έκαψαν. Οι γερμανοφασίστες μπήκαν σε ένα έρημο χωριό από τους κατοίκους του».

Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, επικεφαλής της γερμανικής στρατιωτικής δύναμης που ξεθεμελίωσε την Κοξαρέ ήταν ο λοχαγός Tacker και ο αστυνομικός διευθυντής Eugeni Kiesling. Ο Tacker έδωσε το σύνθημα για την καταστροφή του χωριού ρίχνοντας την πρώτη χειροβομβίδα. Τα ονόματα και των δύο Γερμανών δολοφόνων είναι στον κατάλογο καταζητούμενων εγκληματιών πολέμου.

Οι δυνατές οργανώσεις του ΚΚΕ, το ΕΑΜ, η ΕΠΟΝ, ο ΕΛΑΣ, είχαν προετοιμάσει τους Κοξαριανούς και είχαν πάρει τα μέτρα τους. Εγκαίρως, άδειασαν το χωριό από τους ηλικιωμένους και τα γυναικόπαιδα. Ο ΕΛΑΣ, τον άμαχο πληθυσμό του χωριού τον μετέφερε σε ασφαλέστερες περιοχές, στο Μοναστήρι Πρέβελη. Οι άνδρες, οι έφηβοι, οι μεσήλικες, όσοι μπορούσαν να κρατήσουν όπλο είχαν ενταχθεί στο θρυλικό σύστημα του ΕΑΜ Ρεθύμνου και βρίσκονταν στα βουνά…

Το ξεθεμελίωμα της Κοξαρέ άρχισε από το σχολείο, την εκκλησία, το σπίτι των Μαθιουθάκιδων και ολοκληρώθηκε με την ισοπέδωση του τελευταίου σπιτιού. Το ΚΚΕ, το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, η ΕΠΟΝ δεν άφησαν τους Κοξαριανούς στο έλεος του Θεού. Στάθηκαν δίπλα τους, προστάτευσαν τις περιοχές τους, τους εξασφάλισαν στέγη και τροφή.

 

Από την επόμενη της ολοκληρωτικής καταστροφής του χωριού οι Κοξαριανοί, πέτρα με την πέτρα, άρχισαν να ξαναχτίζουν τα χαμόσπιτά τους. Ένα σπουδαίος Ιερωμένος, ο Θεμιστοκλής Γεννάδιος, παπάς του χωριού και ιερέας του 44ου συντάγματος του ΕΛΑΣ, ξαναμάζεψε κοντά τους τα ρακένδυτα, ξυπόλητα παιδιά της Κοξαρέ, τα «Αετόπουλα» του χωριού μας και συνέχισε να μας δασκαλεύει για να μην ξεκόψουμε από τα γράμματα…

Από τα ερείπια ξεπετάχτηκαν νέοι πολεμιστές, εκδικητές του φασισμού, αγωνιστές της λευτεριάς. Η «Μικρή Μόσχα» ξανά έγινε σημείο αναφοράς σε ολόκληρη την Κρήτη. Όπως το 1933, όταν ο «Ριζοσπάστης» της έκανε την ύψιστη τιμή όταν στον γεωγραφικό χάρτη της Κρήτης που δημοσίευσε, σημάδεψε την παρουσία της με μία μεγάλη κατακόκκινη κουκίδα! Η μοναδική «κόκκινη κουκίδα» που χαρακτήριζε την πολιτική παρουσία χωριού στο χάρτη της Κρήτης…

Η αφετηρία της κόκκινης διαδρομής του χωριού μου βρίσκεται στη δεκαετία του 1920. Ο Κοξαριανός κομμουνιστής και αγωνιστής Βαγγέλης Παπαδάκης (καπετάν Λευτεριάς) στο βιβλίο του «Από τον Κοξαρέ στα βουνά της Ρούμελης», γράφει: «Ο Γιάννης Μαθιουδάκης και ο Βαγγέλης Παπαδάκης (του παπά) τα καλοκαίρια με τις διακοπές των σπουδών τους, ερχόντουσαν από την Αθήνα στο χωριό και εγώ γύριζα από το Ρέθυμνο όπου φοιτούσα στο Γυμνάσιο.

Αυτοί οι δύο, λοιπόν, το καλοκαίρι γινόντουσαν το κέντρο της προσοχής όλου του χωριού, γιατί είχαν πάει στην Αθήνα και σπούδαζαν στο πανεπιστήμιο, θα γινόντουσαν μεγάλοι άνθρωποι κάτι ξεχωριστό από εκείνους τους άλλους που μαζευόταν κάθε βράδυ στα δύο καφενεία και έπαιζαν πρέφα και κολτσίνα. Περισσότερο τραβούσαν την προσοχή των νέων, που τους περικυκλώναμε ακούγοντάς τους να μιλούν για τις σπουδές τους, τα βιβλία που είχαν διαβάσει… 

Απάγγελναν στίχους από ποιήματα του Βάρναλη, διάβαζαν περικοπές από το βιβλίο του Κορνάρου «Η Σπιναλόγκα», μας έλεγαν για την επανάσταση που ‘χε γίνει στη Ρωσία, για τον Λένιν, για τον Στάλιν. 

Από χρόνο σε χρόνο, κάθε καλοκαίρι, ήταν μία ξεχωριστή περίοδος που είχε τα δικά της ενδιαφέροντα. 

Έτσι σχηματίστηκε μια ομάδα από 10-20 συγχωριανούς μας που μας ενδιέφεραν αυτές οι συζητήσεις και πολλές φορές βγαίναμε έξω από το χωριό, μέσα στον ελαιώνα, το βράδυ που νύχτωνε και ακούγαμε αφηγήσεις του Γιάννη και του Βαγγέλη. 

Ρωτούσαμε και μας απαντούσαμε και σιγά – σιγά δημιουργούταν ο θεσμός που μας ξεχώριζε και σαν να νιώθαμε πως κάναμε κάτι που ’χε και μία ξεχωριστή σημασία, κάτι που μας διαφοροποιούσε από τους άλλους του χωριού… 

Σιγά – σιγά άρχισα να καταλαβαίνω εκείνο που έλεγε ο Στυλιανάκης (Πρόεδρος, τότε, της κοινότητας Κοξαρέ): «Μπολσεβιβάκι!»

Έτσι βρεθήκαμε 10-15 άτομα να έχουμε το ίδιο όνομα, «Μπολσεβιβάκι»! Διαβάσαμε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, συζητήσαμε πάνω στο περιεχόμενο του κι αποφασίσαμε να προχωρήσουμε στο Κομμουνιστικό Κόμμα και να αποτελέσουμε για το χωριό μας τον πρώτο κομματικό πυρήνα, στα τέλη του 1928-1929».

Το 1929 οι Κοξαριανοί αριστεροί σημείωναν την πρώτη τους νίκη στις εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Πριν από το 1930, δύο Κοξαριανοί φοιτητές του Πανεπιστημίου της Αθήνας, ο Γιάννης Μαθιουδάκης και ο Βαγγέλης Παπαδάκης, όπως εξιστορεί ο καπετάν Λεφτεριάς ήταν οι «ζευγάδες», οι οποίοι στον Κοξαριανό ελαιώνα φύτεψαν τον «κόκκινο σπόρο», που ρίζωσε βαθιά, άνθισε και έβγαλε πλούσιους καρπούς!  

Οι δύο πρωτοπόροι Ρεθεμνιώτες κομμουνιστές δεν έζησαν για να λουστούν, κι εκείνοι, με το ανέσπερο φως της λεφτεριάς της πατρίδας μας.

Ο Γιάννης Μαθιουδάκης, στέλεχος του ΚΚΕ, γραμματέας του ΕΑΜ στο Νομό Ρεθύμνου, δημιουργός του θρυλικού 44 συντάγματος του ΕΛΑΣ, ο «καθηγητής», όπως ήταν ευρύτερα γνωστός στην Κρήτη, έπεσε σε άνιση μάχη με γερμανικό στρατιωτικό απόσπασμα στην σπηλιά «Γκιουμπρά» Μέσης Ρεθύμνου, δίπλα στο ιστορικό Αρκάδι, στις 23 Μάρτη 1944.

Ο Βαγγέλης Παπαδάκης (του παπά) πιάστηκε από τη Γκεστάπο, στάλθηκε όμηρος στη Γερμανία και αποτεφρώθηκε ζωντανός στα κρεματόρια της φρίκης.

Ήταν δύο σπουδαία γεννήματα της κρητικής γης. Από τις καλύτερες σοδειές της. Γιατί ήταν κομμουνιστές!

Ο «κομματικός πυρήνας» που ξεπετάχτηκε σαν σπίθα από τον ελαιώνα της Κοξαρέ, έγινε φλόγα, φώτισε την Κρήτη, από μια άκρη στην άλλη, αποτέλεσε τη μαγιά της λαμπρής ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης στο νομό Ρεθύμνου.

Η Κοξαρέ βγήκε μπροστά και έγινε η αντρομάνα του αγώνα. Οι οχτώ πρώτοι ΕΛΑΣίτες στο Ρέθυμνο ήταν Κοξαριανοί πρωτοξάδερφα και δεύτερα ξαδέρφια από τις οικογένειες των Μαθιουδάκηδων και των Δουλγεράκηδων.

Για όλους τους πρωτοπόρους που δημιούργησαν και εντάχθηκαν στον «κομματικό πυρήνα» της Κοξαρέ, που πρωταγωνίστησαν στην ΕΜΑική Εθνική Αντίσταση, επώνυμους και ανώνυμους, ο καπετάν Λεφτεριάς γράφει στο βιβλίο του: «Ας είναι αιώνια η μνήμη των συντρόφων μας που με το αίμα τους τίμησαν το χωριό μας και την πατρίδα τους στις πιο δύσκολες στιγμές, αυτές που πέρασαν στην κατοχή».

Η πρώτη ένοπλη σύγκρουση Κοξαριανών ανταρτών με Γερμανούς στο Ρέθυμνο έγινε τον Οχτώβρη 1941 στο Μετόχι, που είναι πάνω από το χωριό. Η αντίσταση στο Ρέθυμνο ενάντια στον καταχτητή άρχιζε!

 

«Το Μεγάλο Μπλόκο» στην Κοξαρέ

Συγκλονιστική η μαρτυρία του κ. Μαθιουδάκη και για «το Μεγάλο Μπλόκο» στην Κοξαρέ. Αναφέρει σχετικά σε επίκαιρο δημοσίευμά του:

«Μεσάνυχτα 2 προς 3 Φλεβάρη 1944, οι Γερμανοί έκαναν μπλόκο στο χωριό. Από προδότη είχαν την πληροφορία ότι στο χωριό βρισκόταν ο Γιάννης Μαθιουδάκης, η μάνα Ελένη Μαθιουδάκη, το γένος Λαμπροπούλου, ο Στέλιος Δουλγεράκης, ο Γιάννης Σπιθουλάκης και άλλα στελέχη του ΕΑΜ. 

Ο πατέρας μου και οι σύντροφοί του είχαν φύγει από την προηγούμενη μέρα. Έμεινε όμως, στο χωριό η μάνα μου που ήταν φρεσκοχειρουργημένη και είχε έρθει από τα Χανιά. 

Με τη βοήθεια των οργανωμένων στο ΕΑΜ γυναικών του χωριού, της αδερφής του πατέρα μου Αργυρής Γεωργακάκης και ιδιαίτερα του εξαδέλφου μου ΕΠΟΝίτη Στέλιου Βαβουράκη η μάνα μου φυγαδεύτηκε κυριολεκτικά μέσα από τα χέρια των Γερμανών και του προδότη… 

Με υποδείξεις του χαφιέ οι Γερμανοί συνέλαβαν την Ευαγγελία Δουλγεράκη, μητέρα των στελεχών του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ Στέλιου Δουλγεράκη και Πέτρου Δουλγεράκη, αδερφή του παππού μου, την αδερφή του πατέρα μου, Στελιανή Φραγκελάκη, εμένα, που ήμουν εννιά χρονών, τον παπά του χωριού, Θεμιστοκλή Γεννάδο και πολλούς Κοξαριανούς. 

Μας μετέφεραν στο Ρέθυμνο στις φυλακές του φρουρίου Φορτέτζα, όπου έγινε διαχωρισμός. Άλλοι κλείστηκαν στις φυλακές της Αγίας στα Χανιά και άλλοι μεταφέρθηκαν στα στρατόπεδα θανάτου της Γερμανίας. Κάποιοι δεν ξαναγύρισαν στο χωριό μας… 

Τις θείες μου Ευαγγελία Δουλγεράκη, Στελιανή Φραγκελάκη και εμένα μας άφησαν ελεύθερους όταν σκότωσαν τον πατέρα μου».

Ο ηρωικός θάνατος του Γιάννη Μαθιουδάκη πείσμωσε τους αγωνιστές, γιγάντωσε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα στα Ρέθυμνο, σε ολόκληρη την Κρήτη.

Για την ηρωική Κοξαρέ αναφέρει σε ομιλία του και ο πρώην δήμαρχος Φοίνικα κ. Μανόλης Μαστορογιναννάκης:

«Τα γύρω βουνά, τα φαράγγια του Κουρταλιώτη και του Κοτσυφού, μα και οι στάχτες των σπιτιών τους μαρτυρούν για την θυσία τους.

Η Κοξαρέ στάθηκε, αμύντορας, αλλά και μάρτυρας. Και χρησιμοποιώ την λέξη μάρτυρας, με την διττή σημασία που έχει μόνο στην Ελληνική. Δηλώνει αυτόν που είναι αυτόπτης μάρτυρας γεγονότων αλλά και ταυτόχρονα αυτόν που θυσιάζεται για την πίστη, για την πατρίδα, για την αρετή, για το ουσιώδες.

Το Ολοκαύτωμα της Κοξαρέ, εντάσσεται στη μακριά αλυσίδα των δοκιμασιών που σημάδεψαν το Αντιστασιακό Έπος του Ελληνικού λαού και ειδικότερα του Κρητικού, στην σκοτεινή περίοδο της κατοχής.

Και πολλά άλλα χωριά του Αϊ Βασίλη και της Κρήτης κάηκαν και ανατινάχθηκαν.

Δεν υπάρχει πόλη ή χωριό να μην πενθεί λίγους ή πολλούς τουφεκισμένους και όμηρους.

Ήρωα, πλάκες και μνήματα, σταυροί και μαυροφορεμός, είναι τα στοιχεία που συνθέτουν την εικόνα των αντίποινων και των θηριωδιών».

Το ολοκαύτωμα της Κοξαρέ, επιβεβαιώνει την οδυνηρή αλλά και μεγαλειώδη αλήθεια, ότι η λευτεριά στον τόπο μας, εξαργυρώθηκε με το ακριβό τίμημα του αίματος και της καταστροφής.

Αφήστε μια απάντηση