Πώς είδαν οι Έλληνες και ξένοι περιηγητές και γεωγράφοι τα Περβόλια του Ρεθύμνου

.

του  ΝΙΚΟΥ  ΔΕΡΕΔΑΚΗ

Τα Περιβόλια με τα γεράνια. Ελαιογραφία του Άγγλου περιηγητή Edward Lear, 1864. 

Οι περιηγητές, άνθρωποι συνήθως μορφωμένοι και λάτρεις του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, ελλείψει άλλων ενημερωτικών και ειδησεογραφικών μέσων, προσπαθούσαν μέσω των κειμένων τους να μεταφέρουν στους κατοίκους της Ευρώπης την κοινωνική ζωή αλλά και ιστορικά στοιχεία της τουρκοκρατούμενης ανατολής. Πολυμελείς περιηγητικές αποστολές αποτελούμενες από σχεδιαστές, φροντιστές και δραγουμάνους, περιέτρεξαν απ’ άκρη σ’ άκρη όχι μόνο την Κρήτη, αλλά και ολόκληρη την Ελλάδα, αφήνοντας στις νεότερες γενιές και ειδικά στους ιστορικούς ερευνητές έναν ιστορικό και πολιτιστικό θησαυρό ανεκτίμητης αξίας.
Τα Περιβόλια, το ιστορικό ανατολικό προάστιο του Ρεθύμνου, δεν άφησε ασυγκίνητο κανέναν, σχεδόν, περιηγητή οι οποίοι, στο σύνολό τους, αφιέρωσαν κάποιες αράδες στα περιηγητικά τους κείμενα για την περιοχή, αφού οι πλούσιοι κήποι τους με τα λαχανικά και τα μποστανικά τους εντυπωσίασαν.
Ο σπουδαίος Τούρκος περιηγητής Εβλιά Τσελεμπί ήρθε στο Ρέθυμνο το 1670, δηλαδή 24 χρόνια μετά την κατάληψή του από τους Τούρκους. Για τα Περιβόλια γράφει: «Αφού περιηγηθήκαμε την περιτειχισμένη πόλη, συνεχίσαμε προς τα ανατολικά, στο πολύ κοντινό προάστιο που το κατοικούν άπιστοι και αξίζει να το δει κανείς. Είναι γνωστό με το όνομα Μποστανλί και λέγεται έτσι εξαιτίας των πολλών περιβολιών του».
Ο Γάλλος βοτανολόγος Joseph Pitton de Tournefort επισκέφθηκε την Κρήτη και τα νησιά του Αρχιπελάγους το 1700, με τη χρηματοδότηση του Γαλλικού Στέμματος. Για τα Περιβόλια αναφέρει: «Στις 13 Ιουλίου διανυκτερεύσαμε στα Περιβόλια, χωριουδάκι σε απόσταση ενός μιλίου από το Ρέθυμνο, όπου βλέπει κανείς πολλούς κήπους και του οποίου τα αγγούρια είναι θαυμάσια. Περιβόλι στην καθομιλουμένη Ελληνική σημαίνει, ακριβώς, ‘κήπος’».
Ο Αυστριακός ιατρός και βοτανολόγος F.W. Sieber επισκέφθηκε την Κρήτη το 1817. Για τα Περιβόλια αναφέρει: Στο δρόμο προς το Χάνδακα, μετά από μισή λεύγ περίπου, αρχίζουν οι κήποι, τα περιβόλια. Είναι οι πιο όμορφοι στο νησί και περιλαμβάνουν πολλά είδη εξαιρετικών λαχανικών.
Ο Άγγλος περιηγητής Robert Pashley, άνθρωπος πολύ μορφωμένος για την εποχή του και γνώστης τριών ευρωπαϊκών γλωσσών καθώς και Λατινικών και Αρχαίων Ελληνικών, επισκέφθηκε την Κρήτη το 1834. Από τα Περιβόλια, όχι μόνο πέρασε, αλλά φιλοξενήθηκε κιόλας σε σπίτι της περιοχής, το εσωτερικό του οποίου περιγράφει στο έργο του: «Λίγο πριν τις επτά διασχίσαμε ένα ακόμα ακαλλιέργητο ελαιώνα και σε μισή ώρα φθάσαμε στα Περιβόλια. Αποφασίσαμε να μείνουμε εδώ τη νύχτα αφού η ώρα ήταν περασμένη και θα δυσκολευόμαστε μάλλον να πάρουμε άδεια εισόδου στην πόλη. Ο Μανιάς μας οδήγησε σε ένα συγγενή του. Τα περισσότερα άτομα της οικογένειας κοιμόντουσαν ήδη. Το σπίτι ήταν ένα μονόχωρο ισόγειο, όπως όλα τα κρητικά χωριάτικα σπίτια, αλλά είχε ένα είδος ορόφου: ένα ξύλινο πάτωμα εννέα ή δέκα πόδια από το δάπεδο καταλάμβανε το ένα τρίτο του χώρου. Αυτή η παρωδία ‘πρώτου ορόφου’ συνδέεται με μια σκάλα και χρησιμοποιείται ως υπνοδωμάτιο της οικογένειας. Φέραμε μεγάλη αναστάτωση με την καθυστερημένη άφιξή μας. Επέμεναν ν μας παραχωρήσουν τον ‘πρώτο όροφο’ και έτσι ανεβήκαμε τη σκάλα και είχαμε την τύχη να ξεκουραστούμε».

Το παραδοσιακό γεράνι των Περιβολίων.

Ο Rochfort Scott, Άγγλος αξιωματικός, επισκέφθηκε την Κρήτη το 1834. Σχετικά με τα Περιβόλια, αναφέρει: «Αφού διασταυρωθήκαμε με ένα υπέροχο ποτάμι [Πλατανιανός ποταμός], φτάσαμε στα Περιβόλια – τους λαχανόκηπους του Ρεθύμνου – ένα μακρόστενο χωριό με σκόρπια ερειπωμένα σπίτια».
Ο Άγγλος περιηγητής και ζωγράφος Edward Lear επισκέφθηκε την Κρήτη το 1864. Σταμάτησε στα Περιβόλια και ζωγράφισε την περιοχή με τα χαρακτηριστικά γεράνια της. Αναφέρει σχετικά: «Στις 11:45 επιστρέψαμε στα Περιβόλια, όπου όλοι άκουγαν σαντούρι, το οποίο είναι ένα μουσικό όργανο κι όλοι καθόμαστε κάτω από μια μουριά – πολύ ευχάριστες στιγμές…2 μ.μ. ακόμα τριγυρίζω στα Περιβόλια. Δύο υπέροχα πράγματα υπάρχουν στην Κρήτη 1. Κανένα σκυλί δεν γαβγίζει ούτε δαγκώνει 2. Κανείς δε σ’ ενοχλεί. Ελάχιστους απ’ αυτούς τους χωρικούς θα έχουν ξαναδεί Ευρωπαίους ντυμένους έτσι κι ωστόσο το μόνο που σου λένε είναι: «είναι ευχάριστη η σκιά;» και μετά «καλό» και φεύγουν».
Ο Ευάγγελος Φουρναράκις, στη Γεωγραφία της Κρήτης που εκδόθηκε το 1875, αναφέρει για τα Περιβόλια: «…προς δε το ανατολικόν μέρος, [της πόλης] προς τα παράλια φαίνονται κήποι, ποτιζόμενοι εκ μεγάλων πηγαδίων με ζυγούς (γεράνια). Εκείθεν εξάγονται κεράσια (sic) πρωιμότερα από τα άλλα μέρη την νήσου. Όλαι αι οπώραι αυτής είναι καλλιτέρας ποιότητος. Το μετάξι, το έριον (μαλλίον), το μέλι, το κερί, ο λάδανος, τα λάδια, το βελανίδιον και τα λοιπά αυτής προϊόντα είναι αξιοζήτητα».
Ο γιατρός Ιωσήφ Χατζιδάκης περιηγήθηκε την Κρήτη το 1881. Περιγράφοντας το Ρέθυμνο αναφέρει: «Ο περίπατος [των Ρεθεμνιωτών] γίνεται παρά τον αιγιαλόν εις την άμμον ή εις τα περιβόλια ένθα καλά υπάρχουσι καφφενεία ¼ ώρας έξω της πόλεως αφ’ ων δεν λείπει ουδέ ο ξανθός της Γερμανίας ζύθος, πωλούνται εφθηνότατα παγωτά ανά τας αγυιάς…».
Ο Ρεθύμνιος δάσκαλος Εμμανουήλ Λαμπρινάκης στη Γεωγραφία της Κρήτης που εκδόθηκε το 1890 αναφέρει για τα Περιβόλια: «Ανατολικώτερον δε είνε (sic) και τα Περιβόλια (Κάτω Περιβόλια, Επάνω Περιβόλια) κωμόπολις επιμήκης με πλατείαν, αμαξιτήν οδόν, σιδηρουργεία, αγοράν, δημοτ. Σχολείον, τον Αγ. Νικόλαον, την μονήν Αγ. Γεωργίου ένθα ετάφησαν οι 4 νεομάρτυρες και πλήθος αμπέλων και περιβολίων όθεν το όνομα. Παρ’ αυτήν ρέει ο ρύαξ Κουτσουλίδης το προς Α. τελευταίον όριον του δήμου Ρεθύμνης. Εις τα Περιβόλια οι Τούρκοι απέκτειναν 60 χριστιανούς το 1821 (17 Ιουνίου)».
Στην επίτομο Γεωγραφία της Νήσου Κρήτης του φιλολόγου καθηγητή Εμμανουήλ Γενεράλι που εκδόθηκε το 1891 διαβάζουμε για τα Περιβόλια: «Ανατολικώτερον δε κείται η κώμη Περιβόλια ονομασθείσα ούτως εκ των πολλών αυτής κήπων παράλιος, διασχιζομένη υπό επιμήκους αμαξιτού οδού, εν η κείνται καταστήματα, σιδηρουργεία, καφεπωλεία, παντοπωλεία κλπ. Έχει δε δημοτ. Σχολήν, το ναό του Αγίου Νικολάου και του Αγίου Γεωργίου ανήκοντα εις τη μονήν του Αρκαδίου, χρησιμεύοντα δε ως νεκροταφείον. Εν τούτω ετάφησαν οι τέσσαρες εκ Μελάμπων νεομάρτυρες. Ενταύθα τω 1821 οι Τούρκοι εφόνευσαν 60 χριστιανούς».
Το μαγγανοπήγαδο, πιο σύγχρονος τρόπος άντλησης νερού από το γεράνι. 
Ο Ιταλός γεωλόγος Vitorio Simonelli, έφθασε στην Κρήτη το 1893 επικεφαλής τριμελούς επιστημονικής αποστολής. Για τα Περιβόλια γράφει χαρακτηριστικά: «Καθώς προχωρούμε από το Ρέθυμνο ανατολικά, κατά μήκος της παραλίας, βλέπουμε την επίπεδη έκταση, ως το προάστιο Περιβόλια, να είναι καλυμμένη με λαχανόκηπους και οπωρώνες και διάσπαρτα σπίτια, ανάμεσα στα οποία κάποια μοιάζουν με βιλίτσα».
Ο Λοχαγός πεζικού, Ιωάννης Νουχάκης, στην Κρητική Χωρογραφία του 1903, γράφει για τα Περιβόλια: «Μεγάλη κώμη παράλιος με πολλούς και λαμπρούς κήπους, μια των ωραιοτέρων εξοχών της Ρεθύμνης. Αυτόθι ετάφησαν οι τέσσερις νεομάρτυρες της Κρήτης οι εκ Μελάμπων καταγόμενοι».
Ο Λευκάδιος συγγραφέας και δημοσιογράφος Παναγιώτης Κουνιάκης, βρέθηκε στο Ρέθυμνο το 1918 εκτοπισμένος για πολιτικούς λόγους. Στην πόλη παρέμεινε για ένα σχεδόν χρόνο. Για τα περιβόλια κάνει εκτενή αναφορά. Συγκεκριμένα, μεταξύ των άλλων, αναφέρει: « η εξοχική συνοικία Περιβόλια βρίσκεται ανατολικά του Ρεθύμνου και απέχει ένα τέταρτο της ώρας απ’ αυτό. Είναι –κατά κάποιον τρόπο- το ‘Νέο Φάληρο’ των Ρεθυμνιωτών και μάλιστα τους θερινούς μήνες, οπότε παρέχει την απέραντη αμμώδη παραλία στους λουόμενους. Στα 200 έως 300 αραιοκατοικημένα σπίτια του κατοικούν κυρίως κηπουροί, δενδροκόμοι και ανθοκόμοι. Κάθε Περβολιανός έχει απαραιτήτως το περιποιημένο κηπάριό του. Σε λίγα στρέμματα γης καλλιεργεί , εκτός από λαχανικά, και δημητριακά και αμπέλι. Στους λαχανόκηπους παράγονται διάφορα κηπευτικά μα πιο πολύ τα μαρούλια, τροφή προσφιλής και αγαπητή, τόσο στους αγρότες όσο και στους αστούς του τόπου. Είναι συνηθέστατο επιδόρπιο, αλλά και συνοδευτικό της τσικουδιάς και του κρητικού κρασιού. Η έκταση που καταλαμβάνουν τα Περβόλια –και που για να διανυθεί απαιτείται μια ώρα περίπου- αρδεύεται από πηγάδια, στα οποία βλέπεις να εργάζονται νύχτα και μέρα, για την άντληση του νερού, τα υπομονετικά τετράποδα. Στα Περβόλια βλέπει κανείς και τα απομεινάρια από τις επαναστάσεις, πολλά δηλαδή ερειπωμένα ή μισογκρεμισμένα σπιτοκάλυβα. Σε κάθε ξεσηκωμό εναντίον του κατακτητή, οι αντεκδικήσεις σηματοδοτούσαν την έναρξη και τη λήξη: πυρπολήσεις οικιών, γκρέμισμα στεγών, καταστροφές περιουσιών. Τ’ αμπέλια και τα μικρά φυτά ξεριζώνονταν ενώ οι ελιές και τ’ άλλα δέντρα κόβονταν. Ευπροσήγορα και ντροπαλά, τα τέκνα των Περβολιανών μεταφέρουν κάθε πρωί με γαϊδουράκια τα κηπευτικά προϊόντα για να τα πουλήσουν στην πόλη».
Πολύ αργότερα, το 1950, το Ρέθυμνο επισκέφθηκε ο Τουρκοκρητικός ελληνομαθής Εκμέλ Μολλά. Στο βιβλίο του με τίτλο «Τι είδα στην Ελλάδα το 1950″, αναφέρεται στα Περβόλια μέσω μιας αφήγησης που του έκανε ο οδοντίατρος Γιώργος Καλλομενόπουλος και αναφέρεται στην περίοδο της γερμανοκατοχής. «Έξω από το Ρέθυμνο εις απόστασι 20΄ είναι η θέσις Περιβόλια. Εκεί βρέθησαν δυο γερμανοί στρατιώτες σκοτωμένοι. Συνέλαβον οι Γερμανοί άνω από τους 30 κατοίκους των Περιβολίων, τους έδωσαν στο χέρι από ένα τενεκέ πετρελαίου αδειανό τον οποίον γέμισαν νερό από τη θάλασσα, τό βρασαν, τους ξεγύμνωσαν και εν Αδαμιαία περιβολή τους το έχυναν. Κατόπιν τους έδωσαν από μια σκαλίδα και τους είπαν να σκάψουν το μνήμα τους κι αφού τό σκαψαν τους τουφέκισαν».

Αφήστε μια απάντηση