Παντελής Διαμαντίδης: Αφιέρωσε τη ζωή του στους αγώνες για τη λευτεριά

ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΓΝΩΣΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΑΜΑΡΙΟΥ

 

• Ήταν ο πρώτος δήμαρχος Πανακραίων
Ένας από τους σημαντικούς ήρωες του Αμαρίου ήταν και ο Παντελής Διαμαντίδης ή Διαμαντής (1841-1929). Θα ήταν όμως εντελώς άγνωστος αν δεν τον ανέφερε ο Μιχάλης Τρούλης στο βιβλίο του «Νομαρχία Ρεθύμνου-Ο Τόπος-Η Ιστορία-Ο θεσμός». Ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος, με καταγωγή από το Φουρφουρά, γεννήθηκε επαναστάτης. Στη διάρκεια της πολυτάραχης ζωής του είχε πάρει μέρος στις διαδηλώσεις κατά του βασιλιά Όθωνα στην Αθήνα, το 1862, πολέμησε τους πολιορκητές της Ιεράς Μονής Αρκαδίου, έξω από μοναστήρι, ανακατεύτηκε και με τα κοινά. Ήταν μάλιστα ο πρώτος δήμαρχος του παλιού δήμου Πανακραίων.
Εκτός από τις πολύτιμες αυτές πληροφορίες που σκιαγραφούν ωστόσο την προσωπικότητά του Παντελή Διαμαντίδη, δεν ξέραμε τίποτα περισσότερο γι’ αυτόν. Μέχρι που ξεφυλλίζοντας, τυχαία, τον τύπο της εποχής, εντοπίσαμε στην «Κρητική Επιθεώρηση» του 1929 μια εκτενή αναφορά στο θάνατο του ήρωα. Υπάρχει λεπτομερής περιγραφή της κηδείας και δημοσιεύεται η νεκρολογία που εκφώνησε μια άλλη μεγάλη μορφή του τόπου μας, ο γιατρός και πολιτικός Γεώργιος Ανδρεδάκης (1859-1933).
Αναφερόμενος στο βίο και στην πολιτεία του ηρωικού νεκρού ο Ανδρεδής μας δίνει σημαντικά στοιχεία για τον Διαμαντίδη που χωρίς την αναφορά του Μιχάλη Τρούλη δεν θα τον ήξερε κανένας.
 
Καταγωγή από τον Φουρφουρά
Την ημερομηνία γέννησης, 1841, αναφέρει στη νεκρολογία του ο Ανδρεδάκης. Ήταν λοιπόν από το Φουρφουρά ο Διαμαντίδης αλλά όπως συνέβη και με πολλούς άλλους που έφυγαν από την Κρήτη για να ενταχθούν στο στρατό της ελεύθερης Ελλάδας, εκείνος είχε καταφύγει στην Αθήνα. Η έκρηξη της επανάστασης του 1866 τον βρίσκει στο πεδινό πυροβολικό με το βαθμό του λοχία. Η συνάντησή του με το Γεώργιο Δασκαλάκη, γιο της μεγάλης ηρωίδας του Αρκαδίου, είναι η πέτρα που ταράζει τα λιμνάζοντα νερά του βίου του. Πείθεται από τον συμπατριώτη του αγωνιστή να τον ακολουθήσει στην Κρήτη για να ενισχύσουν τους επαναστάτες. Όταν το μαθαίνει ο διοικητής του Ζυμβακάκης κάνει το παν για να τον αποτρέψει. Μέχρι που τον απειλεί με φυλάκιση. Έχοντας εκτιμήσει τη γενναιότητα και τις ικανότητες του νεαρού στρατιώτη του θυμίζει πόσο λαμπρό μέλλον τον περιμένει αν παραμείνει στο σώμα. Αυτά τα προνόμια όμως θα τα χάσει αν φύγει. Εκείνος όμως δεν πτοείται από καμιά δελεαστική πρόταση. Ούτε όμως και οι απειλές τον αποτρέπουν από την απόφαση που έχει ήδη πάρει.
Ακολουθεί τον Δασκαλάκη, φεύγοντας κρυφά με ένα πλοιάριο, φθάνουν στην Κρήτη και μαζί με άλλους αγωνιστές που είχαν στο μεταξύ ενταχθεί στην ομάδα δράσης των δύο ηρώων βρίσκονται στο Αρκάδι. Εκεί ο Διαμαντίδης γίνεται μάρτυρας της άγριας κόντρας του Δασκαλάκη με τον ηγούμενο Γαβριήλ στη στρατηγική που έπρεπε να ακολουθηθεί για την απόκρουση του εχθρού. Λίγο έλειψε να μιλήσουν τα όπλα. Ο Παντελής με το θάρρος και τη σύνεση που τον χαρακτήριζε όταν έπρεπε να πάρει σοβαρές αποφάσεις μπήκε στη μέση ειρηνοποιός υπενθυμίζοντας πόσο επικίνδυνο ήταν για τον τόπο η διχογνωμία και η έπαρση. Η πατρίδα έπρεπε να είναι πάνω από προσωπικές φιλοδοξίες. Το γενικό καλό θα έπρεπε να είναι το ζητούμενο για όλους. Ο Δασκαλάκης πειθαναγκάζεται από το φίλο του Διαμαντίδη να ηρεμήσει και επιστρέφει το σπαθί στο θηκάρι.
Αύγουστο μήνα του 1866 ο Διαμαντίδης αντιμετωπίζει τον εχθρό σε μια σκληρή μάχη που γίνεται στον Πλατανιά. Σαν θηρίο μάχεται ο Παντελής κερδίζοντας το θαυμασμό όλων. Μετά το νικηφόρο αποτέλεσμα ο Δασκαλάκης προτείνει το φίλο του για οπλαρχηγό. Εκείνος αρνείται κατηγορηματικά. Μοναδική του φιλοδοξία είναι να προσφέρει υπηρεσίες στην πατρίδα του έστω και σαν απλός στρατιώτης. Το χωριό του ο Φουρφουράς περήφανο για το άξιο τέκνο του μόλις αποσύρθηκε εκουσίως ο οπλαρχηγός Εμμ. Σαριδάκης ανέδειξε αρχηγό τον Διαμαντίδη. Με την ιδιότητα αυτή παίρνει μέρος σε όλες τις συσκέψεις αρχηγών που αποφασίζουν για την τύχη του αγώνα διακρινόμενος για την διακριτική του στάση και την ωριμότητα του λόγου του. Παραμένει πάνω από προσωπικές φιλοδοξίες και προσπαθεί με κάθε τρόπο να συνεφέρει όσους αγωνιστές ξεπερνούν το μέτρο διεκδικώντας προνόμια. Στα πρωτοπαλίκαρά του έχει εντάξει τον Μανούσο Μουρτζανό, τον Ψιμικό ενώ πολεμάει πλάι στον ανθό της Αμαριώτικης παλικαριάς υπό τον αρχηγό Διογένη Μοσχοβίτη και μετέπειτα τον Εμμανουήλ Πορτάλιο.
Παίρνει μέρος και στην άμυνα της Ιεράς Μονής Αρκαδίου υπερασπίζοντας τους ηρωικούς έγκλειστους.
Είναι κι αυτός ανάμεσα στους πολεμιστές που ενισχύουν απέξω την άμυνα του μοναστηριού. Αναφέρει σχετικά ο Χριστόφορος Σταυρουλάκης:
 «….οι έξω πολεμιστές βλέποντας το βέβαιο κίνδυνο τ’ Αρκαδιού κατόρθωσαν μέσα στο χιόνι και στη βροχή να συγκεντρωθούν ως τετρακόσιοι πενήντα με τους καπετάνιους Α. Μπογιατζόγλου, Τζεβράκη, Μαρούλη, Σγουρούς Γιάννη και Γιώργη και τους αδελφούς Γερακάρηδες και να πιάσουν τη θέση Συκιά, παρενοχλούντες τους Τούρκους από αποστάσεως βολής τουφεκιού όπως μπορούσαν εμποδιζόμενοι από τον καιρό. Το ίδιο έκανε και ο Κορωναίος με το Γ. Καλλέργη και τον Κατσαντώνη με μια εκατοστή πολεμιστές ευρισκόμενοι λίγο δυτικότερα. Από τη μεσημβρινή πλευρά άλλοι εβδομήντα περίπου Αμαριώτες με το Μοσχοβίτη, Παπαμαρουλιανό, Βλαστό, Λαγουβάρδο, Διαμαντή, Πάτερο, Χατζη Συμεών, Σιλιγάρδο, Ψιμικό και Α. Λίτινα κατόρθωσαν να κατεβούν από τους Αρμούς και το Δραγατοκάλυβο
Με τση βροχής τη σύγκληση εφτάξαν οι Αμαριώτες
ο Μοσχοβίτης αρχηγός με μερικούς στραθιώτες
κι ο ΠαπαΜαρουλιανός Κωστής ο Λαγουβάρδος
ο Ιωάννης ο Βλαστός Βαράτσης Σιλιγάρδος
ο Παντελής, ο Διαμαντής, ο Παύλος Ψιμικάκης
Πάτερος ΧατζηΣυμεών και ο Μοσχοβιτάκης
κι άλλοι εξήντα με αυτούς από τσ’ Αρμούς εβγήκαν
και στο Δραγατοκάλυβο κοντά εκατεβήκαν
Σκοτώνεται ο Ψιμικός και ο Συμεών πληγώθη
κι ένα πολύ παράξενο σημάδι εφανερώθη»
Η κατάπαυση της τριετούς επανάστασης τον βρίσκει κάθετα αντίθετο με την ιδέα της παράδοσης. Καταφεύγει στα βουνά. Ζει για μεγάλο διάστημα στα σπήλαια του Ψηλορείτη. Τρέφεται με βελανίδια αλλά δεν παραδίδεται. Τελικά με παρέμβαση του προξένου της Ρωσίας Σκουλούδη πείθεται να παρουσιαστεί στο Χουσείν Αυνήν Πασά που τον εξόρισε για πάντα. Καταφεύγει στην Αθήνα αλλά κι εκεί δεν μπορεί να σταθεί γιατί έχει κριθεί λιποτάκτης. Αναγκάζεται τότε να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη. Πίστεψε ότι εκεί κανένας δεν θα τον αναγνώριζε. Έκανε λάθος. Τον εντόπισαν και τον έριξαν στη φυλακή. Εκεί έζησε απερίγραπτες δοκιμασίες μέχρι που τον απάλλαξε η παρέμβαση πρεσβευτών.
 
Ξανά στο μετερίζι
Με την έκρηξη της επανάστασης του 1878 επιστρέφει στην Κρήτη για να πολεμήσει. Όταν μάλιστα συνέβη να κινδυνέψει ο Μιχαήλ Κόρακας από τους κενόδοξους αντιπάλους του ο Παντελής με άλλους κορυφαίους του αγώνα, πήγε και διεκδίκησε με επιχειρήματα την απαλλαγή του Κόρακα. Είχε πάντα το θάρρος της γνώμης του και ήξερε να πείθει χωρίς να καταφεύγει σε ακραίες λύσεις. Ήξερε να ελέγχει τα συναισθήματά του και να διαχειρίζεται την οργή του αφοσιωμένος στον αγώνα για τη λευτεριά της πατρίδας του.
Μετά τη σύμβαση της Χαλέπας ο Διαμαντίδης εξελέγη τρεις φορές δήμαρχος Μοναστηρακίου ή Πανακραίων. Σαν δήμαρχος αφιερώθηκε στην πραγματοποίηση κοινωφελών έργων που βελτίωσαν τις συνθήκες ζωής των δημοτών του. Αν και οι πόροιήταν σχεδόν ανύπαρκτοι εκείνος κατάφερε να υλοποιεί το πρόγραμμά του πείθοντας τους δημότες να συμμετέχουν ενεργά στα θέματα του δήμου ακόμα και με προσωπική εργασία.
Η επιτυχημένη του θητεία στην τοπική αυτοδιοίκηση αναγνωρίστηκε από τους υψηλά ιστάμενους που τον διόρισαν λοχαγό της Χωροφυλακής. Και στα καθήκοντά του αυτά ο Παντελής ανταποκρίθηκε με μεγάλη επιτυχία.
 
Κατάφορη αδικία
Όπως συμβαίνει όμως με κάθε άξιο άνθρωπο έτσι και ο Παντελής Διαμαντίδης έπεσε θύμα μικροψυχίας που διέκρινε αυτούς που περιστασιακά βρέθηκαν να διαχειρίζονται τις τύχες του τόπου. Όταν γινόταν η καταγραφή των αγωνιστών το όνομα του αγνού πατριώτη διεγράφη από τη λίστα με το πρόσχημα ότι διετέλεσε δήμαρχος. Ήταν κι αυτό ένα από τα περιστατικά που στιγμάτισαν τη διοίκηση επί Κρητικής Πολιτείας.
Ο Διαμαντίδης αποδέχτηκε με αξιοπρέπεια και την αδικία αυτή. Αυτό που τον απασχολούσε όπως και όλους τους συμπολεμιστές του με την δική του φιλοσοφία ήταν η δικαίωση της Κρήτης. Πέρασαν χρόνια γεμάτα απογοητεύσεις. Επιτέλους ο μεγάλος εθνάρχης Ελευθέριος Βενιζέλος εκπλήρωσε το μεγάλο όνειρο. Η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα βρήκε τον Παντελή πανευτυχή αλλά πάμπτωχο.
Πέθανε στις 8 Ιανουαρίου 1929. Ο χειμώνας εκείνη τη χρονιά ήταν από τους πιο άγριους που γνώρισε το νησί. Η σφοδρή κακοκαιρία όμως δεν εμπόδισε να συρρεύσουν από διάφορα μέρη άνθρωποι που τιμούσαν τον Παντελή Διαμαντίδη για τον τελευταίο αποχαιρετισμό. Σύσσωμη η κοινωνία του Φουρφουρά είχε συγκεντρωθεί για την εξόδιο ακολουθία. Στεφάνους κατέθεσαν με τις απαραίτητες προσφωνήσεις οι πρόεδροι των κοινοτήτων Φουρφουρά, Γ. Μανωλικάκης και Βυζαρίου Στ. Καραμπασάκης.
Στο δικό του αποχαιρετισμό που ήταν πιο αναπτυγμένος ο κοινοτάρχης Βυζαρίου μνημονεύοντας και άλλους οπλαρχηγούς είπε μεταξύ άλλων:
«Σε παρακαλούμε όταν θα εισέρχεσαι στα Ηλίσια Πεδία να φωνάξεις με την βροντώδη φωνή σου και υπερηφάνως εις τους συναγωνιστάς σου. Χαίρετε Πορτάλιοι, Λίτινες, Μοσχοβίτες, Κατσαντώνηδες, Ψαρουδάκη και Τσούπη. Χαίρετε διότι το δέντρο της ελευθερίας το οποίο εφυτεύσατε και εποτίσατε με το αίμα σας εκαρποφόρησε. Τους δε γλυκείς αυτούς καρπούς γεύονται και απολαμβάνουν οι απόγονοί σας…».
Επικήδειο εκφώνησε ο γηραιός τότε πολιτευτής Αμαρίου Γεώργιος Ανδρεδάκης, αφήνοντας για τον ερευνητή όλα αυτά τα πολύτιμα στοιχεία που σκιαγραφούν τη ζωή και τη δράση του σημαντικού αυτού αγωνιστή.
 
Ένας αγνός πατριώτης
Ο Παντελής Διαμαντίδης τίμησε τον τόπο του αλλά και τον αγώνα της Κρήτης για τη λευτεριά της ακολουθώντας το βηματισμό των ανιδιοτελών αγωνιστών. Πέθανε φτωχός από υλικά αγαθά, αλλά πλούσιος σε δόξα και καλή φήμη. Ποτέ δεν είναι αργά να λάβει ακόμα και τώρα την τιμή που του αξίζει. Γιατί δεν μας τιμά να αφήνουμε έρμαιους στη λήθη και στη φθορά του χρόνου πατριώτες του αναστήματος ενός Παντελή Διαμαντίδη.
Ευχαριστώ θερμά τον καθηγητή κ. Ζαχαρία Αντωνάκη για τις πληροφορίες που μου έδωσε για τον εντοπισμό φωτογραφίας του ήρωα.
Πηγές:
Επικήδειος Γεωργίου Ανδρεδάκη που δημοσιεύτηκε στην «Κρητική Επιθεώρηση» και συγκεκριμένα στο 25 Ιανουαρίου 1929.
Χριστόφορου Σταυρουλάκη «Από φλόγες η Κρήτη ζωσμένη ΑΡΚΑΔΙ ΑΡΚΑΔΙ».
Η φωτογραφία δημοσιεύεται στο βιβλίο του Μιχάλη Τρούλη «Νομαρχία Ρεθύμνου ΡΕΘΥΜΝΟ 2010».

Αφήστε μια απάντηση